Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 27

Εμίλιο Πράδος: Τρία ποιήματα

Μεταφράζει η Ξένια Κακάκη
kakakiprados.jpg
Ο Εμίλιο Πράδος, Ισπανός ποιητής, γεννήθηκε στη Μάλαγα στις 4 Μαρτίου 1899 και πέθανε στο Μεξικό στις 24 Απριλίου 1962. Στα δεκαπέντε του χρόνια έφυγε από τη γενέτειρά του τη Μάλαγα για να συνεχίσει τις σπουδές του σε ένα οικοτροφείο στην ισπανική πρωτεύουσα. Eκεί γνώρισε τον ποιητή Χουάν Ραμόν Χιμένεθ, γεγονός που τροφοδότησε την αγάπη του για την ποίηση. Αργότερα έγινε μέλος της Ρεζιντένθια, μιας ομάδας Πανεπιστημιακών, όπου και γνωρίστηκε με τον Σαλβαδόρ Νταλί και τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, ανάμεσα σε άλλους μεγάλους της γενιάς του '27. Στα εικοσιδύο του, αναγκάστηκε να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο για δώδεκα περίπου μήνες λόγω μιας ασθένειας των πνευμόνων του. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, της υποχρεωτικής θεραπείας και ανάπαυσης, συνέχισε να καλλιεργεί την ανάγνωση και τη γραφή, και σύντομα, αφού ανάρρωσε, συμμετείχε στην ίδρυση μερικών σημαντικών λογοτεχνικών περιοδικών της εποχής.
Το έργο του χωρίζεται σε τρεις περιόδους οι οποίες συνθέτουν ένα ταξίδι στη φύση (Seis estampas para un rompecabezas), στα κοινωνικά προβλήματα (Llanto en la sangre) και στην ενδοσκόπηση (Circuncisión del sueño).

Μεσάνυχτα
(Μάλαγα, 6 Ιανουαρίου)

Την ώρα που το φεγγάρι ρίχνει στον ουρανό
τις χρυσαφένιες του άγκυρες,
κάτω από το πάπλωμά της από βερνίκι,
κοιμάται η μπουνάτσα στο λιμάνι.

Καρδιά μου,
τράβα κουπί!


Όνειρο

Σε φώναξα. Με φώναξες.
Ξεπηδήσαμε σαν ποτάμια.
Στον ουρανό υψώθηκαν
τα μπερδεμένα μας ονόματα.

Σε φώναξα. Με φώναξες.
Ξεπηδήσαμε σαν ποτάμια.
Τα κορμιά μας απέμειναν
αντικριστά, κενά.

Σε φώναξα. Με φώναξες.
Ξεπηδήσαμε σαν ποτάμια.
Ανάμεσα στα δυο μας τα κορμιά,
τι αξέχαστη άβυσσος!


Φαινομενική ησυχία

Φαινομενική ησυχία μπροστά στα μάτια σου,
εδώ, αυτή η πληγή δεν γνωρίζει όρια ξένα,
και σήμερα είναι ο πιστός ακόλουθος της σταθερής σου ισορροπίας.
Η πληγή είναι δική σου, το σώμα στο οποίο κείτεται ανοιχτή
κι αυτό δικό σου, έστω κι αν είναι άκαμπτο και χλωμό. Έλα, άγγιξε,
πλησίασε, πιο κοντά. Μήπως βλέπεις την απαρχή σου
να μπαίνει από τα μάτια σου σ’ αυτό τον τόπο
τον αντίθετο από τη ζωή; Τι βρήκες;
Κάτι που δεν είναι δικό σου για πάντα;
Πέτα το όπλο σου. Πέτα τις αισθήσεις σου.
Μέσα σου γεννιέται ό,τι έδωσες,
δικό σου ήταν και πάντα αυτή η πράξη θα επαναλαμβάνεται.
Αυτή η πληγή είναι μάρτυρας: κανείς δεν πέθανε.