Top menu

Γιώργος Δουατζής : "Το Κουμπί" & "Το σπασμένο παιχνίδι"

"Το Κουμπί", Θέατρο, Γιώργος Δουατζής, Έκδοση Ιωνικού Κέντρου, 2011 [α' έκδοση Εξάντας, 2004]


....

ΓIANNHΣ: Το θέμα είναι να έχεις στόχο ζωής. Πώς θα κοροϊδευτείς μέχρι το τέλος; Κι έπειτα, να μην αφήσεις κάτι στους επερχόμενους; Γι’ αυτό κι εγώ τους έπεισα. Απομόνωση, παιδιά; Απομόνωση. Αλλά να μην έχω κάτι ν’ ασχολούμαι εδώ μέσα; Ένα στόχο; Βρήκα λοιπόν το απλό. Το απλούστατο. Χημικός είσαι; Ψάξε κάτι στον τομέα σου. Τι να κάνω, τι να κάνω εδώ μέσα;

Σκέφτηκα λοιπόν το συναρπαστικόν, το μεγαλειώδες. Να αναλύσω ένα κουμπί. Ναι, αυτό εδώ το κουμπί. Χρηστικότατο, καθημερινό, φτηνό, απαξιωμένο, αλλά σημαντικότατο. Μου δίνει το στόχο που θέλω. Έρευνα, ψάξιμο, να βρω από τι στοιχεία αποτελείται. Το χημικό του τύπο δηλαδή. Ποια στοιχεία απαρτίζουν αυτό το φτωχό, ανυπεράσπιστο κουμπί, που είναι παράλληλα φοβερά χρήσιμο. Αυτό το σημαντικό τίποτα. Αυτό το ασήμαντο άπειρον. Και πώς να μην είναι όλα αυτά, το φτωχό κουμπί που μου δίνει στόχο ζωής, δικαιολογία ύπαρξης;

Και τους κατάφερα. Βέβαια, ήδη φαντάζομαι, με θεωρούν, πέρα από δολοφόνο, και τρελό, αλλά μου έκαναν τη χάρη και μου έδωσαν τα σύνεργα. Δηλαδή τι μου έδωσαν, από το εργαστήριό μου μεταφέρθηκαν αυτά εδώ. Μη ζημιώσουμε και το φτωχό μας κράτος.

ΣΤΕΛΙΟΣ: Τον βλέπεις; Έχει όλα τα στοιχεία ενός ευφυούς ανθρώπου. Συνειρμούς, λογικά επιχειρήματα, υπαρξιακά διλήμματα, αλλά και διεξόδους. Καταπληκτικό. Να ’χα το μυαλό σου, φίλε μου…

ΜΑΡΙΝΑ: Να ήταν όλοι σαν αυτόν, θα το κλείναμε το μαγαζί… τα ιατρεία... τα γραφεία εννοώ.

ΓIANNHΣ: Μέρες ή βδομάδες, δεν έχει σημασία, ασχολούμαι με αυτό το κακόμοιρο κουμπί. Γι’ αυτό με θέλουν τρελό. Διότι τρέλα ―λέω εγώ― είναι η πλήρης αδυναμία να καταλάβεις τους άλλους. Τρέλα είναι να μη σε καταλαβαίνουν οι άλλοι. Ήτοι, όλοι τρελοί τώρα, αλλά πώς να τους το πεις αφού δεν θα το καταλάβουν; Μήπως όμως τρέλα είναι να νομίζεις ότι σε καταλαβαίνουν όλοι οι άλλοι; Ω ρε μάνα μου, μπλέξιμο…

Έτσι κι αυτοί. Θα με θεωρούν τρελό που βρήκα διέξοδο, στόχο, δικαιολογία ύπαρξης. Αλλά μας νοιάζει, εαυτούλη μου; Μας νοιάζει; Όχι βέβαια. Ήδη έχω βρει κάποια στοιχεία του περίφημου χημικού τύπου. Όμως δεν βιάζομαι. Γιατί προέχει το ταξίδι, όχι το λιμάνι που θα φτάσεις… Βέβαια, αν φτάσω στο λιμάνι, τι θα κάνω; Δηλαδή, αν βρω τελικά το χημικό τύπο του κουμπιού, και εκλείψει ο στόχος ζωής, η δικαιολογία ύπαρξης, τι γίνεται; Τέλος. Τέλος;

Και πάλι θα μου πεις, τι σε νοιάζει. Γιατί εγώ, εγώ... Και τι δεν ρούφηξα στη ζωή εαυτούλη μου. Να ’χει ο εγκέφαλος τροφή για αιώνες. Και να τεζάρω δηλαδή τώρα, θα πω γεια χαρά κι ευχαριστώ για όσα έζησα. Έτσι απλά, χωρίς μελοδράματα. Διότι λένε, και συμφωνώ απολύτως βέβαια, ότι όταν έχεις ζήσει γεμάτη ζωή, δεν φοβάσαι το θάνατο.

...............................................

ΓIANNHΣ: Μιλάς, μιλάς. Υπάρχει κι η φλυαρία της σιωπής. Αλλά όταν την επιλέγεις είναι καλά, δημιουργικά. Όταν σου επιβάλλεται όμως, όπως εδώ τώρα εμείς οι δύο; Γι’ αυτό σου μιλάω, γιατί μας έχουν επιβάλει έναν τρόπο ζωής, όπως και στους άλλους έξω, και πρέπει να βρούμε τρόπο επιβίωσης. Αντιστέκομαι στο βύθισμα, με τη φλυαρία μου… Δεν σου αρέσει που κουβεντιάζουμε; Θα μου πεις, οι άλλοι έξω έχουν την τηλεόραση και δεν μιλάνε. Αλλά κάποιος τούς μιλάει… από το γυαλί.

Κοίτα. Αν υποθέσουμε ότι η ζωή μου, η ζωή μας ήθελα να πω, είναι μυθιστόρημα, θα το διάβαζες με ενδιαφέρον ή θα το άφηνες με τις πρώτες σελίδες ανάγνωσης; Αν το άφηνες, χέσ’ τα. Ζωή αδιάφορη τελείως. Γιατί το μυθιστόρημα έχει τις συνταγές του. Βάζεις χώρο, χρόνο, πρόσωπα, εκπλήξεις, πλοκή, έρωτα, λίγο σεξ και μυστήριο. Η ζωή σου έχει τέτοια; Καλώς. Δεν έχει, είσαι ανάξιος.

(Με αυξανόμενο εκνευρισμό.) Γιατί αν δεν μπορείς να ζήσεις ούτε σε ένα μυθιστόρημα, πώς τολμάς και ζεις στ’ αλήθεια, ε; Πώς τολμάς, άχρηστε. Ανίκανε. Μειωμένων προσόντων… Αδιαδήλωτε. Φυλακισμένε. Πιόνι. Υποταγμένο ανθρωπάκι. Καταναλωτή. Άβουλε. Ηλίθιε. Τηλεορασάκια. Μιθριδάτη, ε Μιθριδάτη. Μηδενικό, ε μηδενικό.

ΜΑΡΙΝΑ: Εμάς βρίζει. Το νιώθεις;

ΣΤΕΛΙΟΣ: Είσαι άσχετη.

ΜΑΡΙΝΑ: Και γουστάρεις την άσχετη;

ΓIANNHΣ: Αααχ, με κούρασες. (Αποκαμωμένος.) Σου μιλάω συνέχεια κι αναρωτιέμαι αν ακούς, αν καταλαβαίνεις, αν νιώθεις όσα εγώ. Αν είσαι απλά δύο αυτιά ή αν συμμετέχεις. Δεν ξέρω την αλήθεια και το ψέμα σου. Τη δική μου αλήθεια και το ψέμα. Παραπαίω συνέχεια ανάμεσά τους και κουράζομαι. Κουράζομαι πολύ.

Να, η δική μου αλήθεια τώρα, που μπορεί να αναιρεθεί πριν σταματήσω να μιλάω, η δική μου αλήθεια, λέει ότι δεν μπορείς να με ανεχτείς άλλο. Δεν μπορείς να ανεχτείς εμένα, εσύ, ο εαυτός μου. Όταν δεκαετίες τώρα ανεχόσουν, και μετείχες μάλιστα σε αυτό, το άθλιο σύστημα που ζούσες. Ανεχόσουν τους πολιτικάντηδες, τις τηλεπερσόνες, αυτούς που σε κυβερνούν με την απειλή και το φόβο. Ανεχόσουν να υποθηκεύεται ολόκληρη η ζωή σου σε μια πλαστική κάρτα, υποδουλωμένος σε πλασματικές ανάγκες. Ανεχόσουν να σε χώνουν σε έναν καναπέ και να αποβλακώνεσαι με τις ώρες μπροστά σε μια τηλεόραση. Ανεχόσουν, ανεχόσουν...

 Αυτή η ανοχή είναι η μεγάλη ενοχή σου, η μεγάλη ενοχή μας. Το λέω εγώ ο έγκλειστος, ο καταδικασμένος... σε σένα που νιώθεις ελεύθερος... Λες ότι εγώ είμαι φυλακισμένος και αγνοείς την μεγάλη χωρίς τοίχους αόρατη φυλακή που ζούσα, που ζουν όλοι αυτοί απέξω οι... υποτίθεται ελεύθεροι.

Αγνοείς ότι αυτοί οι δημοκόποι, που τους ανέθεσες με την ψήφο σου να διαχειριστούν τη ζωή σου, την βούλιαξαν, σου κλέψανε περιουσία, όνειρα, οράματα κι ελπίδες. Σου έκαναν την πατρίδα  τυφλή ζητιάνα, χωρίς αξιοπρέπεια. Ζητιάνα που ζητάει έλεος από τους βιαστές της. Πάρε το χαμπάρι. Όλα στα ξεπούλησαν. Το σήμερα, το αύριο, τα παιδιά, τα εγγόνια, όλα στα ξεπούλησαν και δεν το βλέπεις.  Τα κατάφαγαν τα παγκόσμια αδηφάγα τρωκτικά. Αχ μωρέ, για πια πατρίδα να μιλήσω;

Και φτάσαμε στον πόλεμοοο... Χωρίς αίματα, τραυματίες, πυρομαχικά. Γέμισε η πατρίδα υποψήφιους αυτόχειρες, που περιφέρονται με την απόγνωση να τους θολώνει το μυαλό, επαίτες γέμισε η πατρίδα, κοστουμαρισμένους που ψάχνουν στα σκουπίδια, απειλούμενοι, φοβισμένοι. Και θα μου πεις εμένα, αν με ανέχεσαι, άθλιε εαυτέ. Εδώ ανέχεσαι να ζεις υπό κατοχή, ανέχεσαι να κάνεις ότι δεν βλέπεις αυτή την κατοχή. Πόσα ανέχτηκες αλήθεια; Πόσα;
Πριν πάω για ύπνο θα σου πω αυτό που είπε ο ποιητής: Αυτόν τον κόσμο φτιάξαμε; Γι αυτόν αγωνιστήκαμε; Πώς θα κοιτάξουμε στα μάτια τα παιδιά;

*


"Το σπασμένο παιχνίδι"  -  Η τελευταία συνέντευξη του Κώστα Αξελού, Μελέτη, Γιώργος Δουατζής, Επίμετρο Μάριος Μπέγζος. Εκδόσεις Καπόν, 2011


douatzisn1.jpgΤο πόνημα αυτό δίνει μια πλούσια εικόνα των απόψεων, του έργου και της ζωής του μεγάλου Έλληνα στοχαστή Κώστα Αξελού. Περιέχει ολόκληρη την τελευταία συνέντευξη που έδωσε στον Γιώργο Δουατζή λίγους μήνες πριν φύγει οριστικά, στις 4 Φεβρουαρίου 2010, σε ηλικία ογδόντα έξι ετών. Ο φιλόσοφός μας εκθέτει την οπτική του σε ζητήματα καίριας σημασίας, όπως η κοινωνία, ο άνθρωπος, ο έρωτας, ο θάνατος. Μιλά ως και για θέματα που έχουν απασχολήσει την προσωπική του ζωή. Απογράφει ψήγματα της προσωπικότητάς του. Τα λόγια του ενδιαφέρουν κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Στην εισαγωγή του βιβλίου, ο Γιώργος Δουατζής περιπλανιέται ανάμεσα στον απόηχο του «παιχνιδιού του κόσμου» και της «ποιητικότητας», έννοιες που αποτελούν καίριες συνισταμένες της σκέψης του μεγάλου φιλοσόφου. Στο επίμετρο καταγράφονται συνοπτικά οι φιλοσοφικές θέσεις του Κώστα Αξελού. Την επιστημονικά δύσκολη αυτή εργασία ανέλαβε ο καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας Μάριος Μπέγζος, ο οποίος επί χρόνια έχει ασχοληθεί με το έργο του Κώστα Αξελού. Επίσης παρατίθενται εκτεταμένο βιογραφικό, πλήρης βιβλιογραφία στα ελληνικά, φωτογραφίες και χειρόγραφο του μεγάλου στοχαστή.

Απόσπασμα κειμένου Γ. Δουατζή

"Το σπασμένο παιχνίδι"

"Είναι σαν ένα σπασμένο παιχνίδι ο άνθρωπος". Στέκομαι στην ποιητικότατη φράση του Κώστα Αξελού και έρχεται στο νου μου η έκφραση του προσώπου του, η πλημμυρισμένη τρυφερή συμπόνοια. Έκφραση συμπόνοιας, λες ακόμα και για τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά, κυρίως, συμπόνοιας για τον άνθρωπο, αυτό το σπασμένο παιχνίδι...

Βλέπω τον Κώστα Αξελό με ορθωμένο το κορμί και το χέρι υψωμένο εμφαντικά να απαγγέλλει τον αφορισμό του ως ποίημα εξαίσιο «Να ζεις με ορμή τη ζωή σου και να ετοιμάζεσαι ήρεμα για τον θάνατο. Να είσαι έτοιμος να πεθάνεις κάθε στιγμή. Με επιθυμίες ανεκπλήρωτες». Ορθωμένο, να λέει: “ Αν ήταν κανείς εντελώς έτοιμος να πεθάνει, θα ήταν επίσης έτοιμος να ζήσει”. Ο Αξελός με την πορεία του απέδειξε ότι ήταν έτοιμος και για τα δύο.

Τον βλέπω να στέκεται στο άνοιγμα του Κόσμου, να διακτινίζεται στο σύμπαν, να κατασπείρεται στο άπειρο και συνεχώς να επανέρχεται με το αινιγματικό χαμόγελο του πλάνητα και με τρυφερή χειρονομία πρόσκλησης στην μεγάλη περιπλάνηση. Στην περιπλάνηση, η οποία δεν μπορεί παρά να συνεχίζεται όσο υπάρχει ανθρώπινη σκέψη.

Τον βλέπω σε συνεχή επικοινωνία με το αίνιγμα της τέχνης, το οποίο ξετυλίγεται σε μια κοινωνία «ανυπόφορα μέτρια και απατηλή», να μας προσκαλεί στο δρόμο προς τον κόσμο “που μας ανοίγεται και δεν μας ανοίγεται παρά μόνον αν του ανοιγόμαστε”. Να μας προσκαλεί να εισέλθουμε στο είναι “εν τω γίγνεσθαι της ολότητας, που ξετυλίγεται σαν το παιχνίδι του χρόνου”.

Τον βλέπω σε κίνηση αποχαιρετισμού, να συνεχίζει την πορεία στα δύσβατα του νου. Είναι ο στοχαστής, που ξέρει ότι για να υπάρχει το έργο του πρέπει να το μοιράζεται και αναγνωρίζει τον άνθρωπο ως “μεγάλο συμπαίκτη του παιχνιδιού του κόσμου, αλλά ο άνθρωπος δεν είναι μόνον ο παίκτης, είναι επίσης ο “εμπαιζόμενος', το άθυρμα”.

Τον βλέπω, να λέει ποιητικότατα: “Ομολογώ ότι έχω μια θεμελιακή νοσταλγία, εκείνη του μέλλοντος”, σαν Ιανό με τα πρόσωπα του στοχαστή και του ποιητή αδιάσπαστα, ισοβίως ταυτισμένα, ως σκεπτόμενο, εσαεί υπάρχοντα, γεννήτορα νέων και πάντα ανανεούμενων ιδεών.

Απόσπασμα συνέντευξης Κ. Αξελού

- Μιλάτε συχνά για ποίηση, ποιητικότητα, ποιητική σκέψη. Θα έλεγε κάποιος ότι η σκέψη και το έργο σας είναι διαποτισμένα από την ποίηση.

- Αναμφισβήτητα. Διότι η λέξη ποίηση προέρχεται από το ποιώ, είναι ο τρόπος που εμφανίζονται τα πράγματα έτσι όπως κι εγώ τα λέω και τα πράττω. Και πιστεύω ότι πέρα από την ποίηση του ανθρώπου, την επική, τη λυρική, με τα σημερινά γραψίματα όλων των ειδών, υπάρχει η ποιητικότητα του κόσμου, που είναι πιο δυνατή, κι ότι η ανθρώπινη ποίηση είναι ένα απλό ανταύγασμα. Η ποίηση η ίδια, η ποίηση η ανθρώπινη, υπακούει και μπορεί να επικοινωνήσει με την ποιητικότητα του κόσμου, του χωρο-χρονικού Ανοίγματος.

- Η στιγμή της ποιητικής δημιουργίας αγγίζει το α-χωροχρονικό;

- Το χωροχρονικό δεν σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή που μιλάμε εμείς, δύο άνθρωποι, είμαστε έξω από το χώρο και το χρόνο. Είμαστε στον συγκεκριμένο χώρο, παίζουμε το παιχνίδι της συνέντευξης – που είναι ένα παιχνίδι χρονικό κι αυτό – αλλά το άνοιγμα του χωροχρόνου είναι το ίδιο το παιχνίδι του κόσμου. Ο κόσμος δεν είναι μέσα στο χώρο, ο χώρος είναι μέσα στον κόσμο.

- Η ποίηση έχει πιο ανοιχτούς ορίζοντες από τη φιλοσοφία;

- Οι μεγάλοι φιλόσοφοι, οι μεγάλοι στοχαστές όπως ο Ηράκλειτος, ο Πλάτων, ο Χέγκελ, ο Νίτσε, ο Χάιντεγκερ είχαν συγχρόνως και μεγάλο ποιητικό άνοιγμα. Στην κορυφή της δοκιμής ενός έργου, η ποιητικότητα συναντάει τη στοχαστικότητα. Βέβαια ένας καθηγητής φιλοσοφίας που διδάσκει πολύ συνετά Αριστοτέλη και Λάϊμπνιτς, δεν καταλαβαίνει καν το ερώτημα της ποιητικότητας.

- Διδάσκεται η στοχαστικότητα;

- Αναμφισβήτητα όχι. Δεν μπορεί να διδαχθεί. Μπορεί να δειχθεί.

- Η ποίηση, διάχυτη στο έργο σας, δεν ενοράται;

- Ενοράται, άλλα όλα ακριβώς είναι και εν τω χρόνω. Υπάρχουν στιγμές όπου η ποίηση στέκεται ακίνητη, δηλαδή η ίδια η ποίηση δεν δημιουργείται.

- Η έννοια δημιουργία; Έχετε ακριβή συνείδηση του τι συμβαίνει τις στιγμές της δημιουργίας;

- Θα προτιμούσα να μιλήσω για παραγωγή, μια παραγωγή που δεν υπακούει στον οικονομισμό, αλλά ξετυλίγεται ποιητικά. Η σκέψη και ο δρόμος της, είναι πολύ ισχυρότερη από αυτό που ονομάζουμε συνείδηση.

- 'O, τι ψυχολογικό, περιορίζει τη σκέψη;

- Θα διαφοροποιούσα το ψυχικό από το ψυχολογικό. Οι ψυχικές δυνάμεις σπρώχνουν τη σκέψη. Το ψυχολογικό όμως, αυτό που γίνεται διαλογισμός πάνω στο ψυχικό, είναι ένα εμπόδιο. Παραδείγματος χάριν ο ναρκισσισμός σαν η κορυφή του ψυχολογισμού, είναι κάτι που τα σταματάει όλα, τα μικραίνει.

- Νιώσατε ναρκισσισμό, ματαιοδοξία; Τα θεωρείτε ευτελή;

- Όλα τα έχω νιώσει. Τα θεωρώ ευτελή αλλά αναγκαία. Θεωρώ ότι συγκροτούν κι αυτά την ολότητα και ότι κανένας δεν μπορεί να βγει από την ιστορία με καθαρά χέρια. Αν θέλει να κρατήσει τα χέρια του καθαρά, δεν θα έχει χέρια. Ο άνθρωπος λαβαίνει μέρος σε αυτή την απογύμνωση. Ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ έξω από ό,τι γίνεται.

- Απελπισία και ελπίδα είναι περιοριστικά στοιχεία;

- Ελπίδα και απελπισία είναι αντιμετωπίσεις σχετικές, στενές. Είναι και μένουν ψυχολογικές, άρα περιορισμένες.

Απόσπασμα επιμέτρου Μάριου Μπέγζου

Ο Κώστας Αξελός είναι εαρινός στοχαστής ως το ζωντανό άνοιγμα της σκέψης. Την ανοικτότητα του φιλοσόφου μας που δικαιολογεί τον ποιοτικό χαρακτηρισμό του ως εαρινού, δηλαδή ανοιξιάτικου στοχαστή επιχειρούμε να θεμελιώσουμε παραπέμποντας σε θεμελιώδεις αρμούς της σκέψης του μέσα από τα ίδια τα έργα του.

Η γη μας έχει αποβεί πλανήτης όχι μόνο με την γεωγραφική - αστρονομική έννοια αλλά και με την ιστορική - πολιτιστική σημασία του όρου, αφού οι πάντες και τα πάντα συνενώθηκαν κάνοντας την υφήλιό μας σαν ένα “πλανητικό χωριό”. Όχι μόνο ο τόπος της ζωής μας, αλλά και ο τρόπος του βίου μας - κυρίως αυτός! - είναι που προσλαμβάνουν τον προσδιορισμό του „πλανητικού“ : “η Δύση, χώρα του δύοντος ηλίου, ξαπλώνεται στο σύνολο του πλανήτη και ο πλανήτης αρχίζει, για πρώτη φορά στην ιστορία του κόσμου, να πλανιέται σαν πλανήτης” (ΠΣ 179), “η γη γίνεται αυτό που είναι : πλανήτης, πλάνης αστήρ” (ΠΣ 239).

Ταυτόχρονα το πλανητικό στοιχείο σημαίνει εκτός από τον “πλανήτη” γη και τον “πλάνητα” άνθρωπο, δηλαδή τον περιπλανώμενο στοχαστή του καιρού μας, ο οποίος θηρεύει την αλήθεια και αποφεύγει την πλάνη. Στον πλανήτη μας διαπλέκονται πλάνη και περιπλάνηση. “Πλανητικός σημαίνει: πλάνης, αποδημητικός, ταξιδευτής, διασχίζοντας καθώς οι πλανήτες το χώρο και το χρόνο” (ΠΣ 192).