Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 34

Αλέξης Πανσέληνος: "Γράφω πάντα για τον έρωτα"

Πανσέληνος

Συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

Συνάντηση με τον συγγραφέα Τίνα Πανώριου με αφορμή το μυθιστόρημά του Κρυφή πόρτα (εκδόσεις Μεταίχμιο 2016).

Η κρυφή πόρτα που χωρίζει τα διαμερίσματα των δύο ηρώων σας είναι ουσιαστικά το πέρασμα του ώριμου, μονήρη  μεταφραστή, συγγραφέα, του πρωταγωνιστή σας, από την παραίτηση στη ζωή, στον έρωτα;
Είναι και αυτή μια καλή ανάγνωση του συμβολισμού της πόρτας. Σίγουρα ο Ευγένιος Σερδάρης, αν και ο κύριος λόγος για τον οποίο νοικιάζει το μισό διαμέρισμα είναι να συμπληρώσει το εισόδημά του, το νοικιάζει στη Μαρία κρυφά γοητευμένος από την εμφάνισή της. Κι αυτό βέβαια σημαίνει πως μπορούμε να διαγνώσουμε μια τέτοια κρυφή ελπίδα. Δεν σας κρύβω πως ένας πεζογράφος που θαυμάζω ιδιαίτερα μου είπε ακριβώς αυτό. Πως δηλαδή το βιβλίο του άφησε την αισιόδοξη αίσθηση μιας ακατάλυτης αγάπης για τη ζωή.

Βαθιά μέσα του ο κάθε άνθρωπος και ο πλέον συντηρητικός δεν θέλει στο διάβα του να βρει μια τέτοια μυστική πόρτα, ανεξαρτήτως κόστους; Τι νομίζετε;
Χωρίς αμφιβολία. Το κόστος βέβαια είναι κάτι που θα σταθμιστεί κατά περίπτωση. Ο ήρωάς μου πάντως δεν φανταζόταν ποτέ τι ακριβώς θα έπρεπε να καταβάλει διαβαίνοντας την κρυφή πόρτα του δικού του σπιτιού.

Διαβάζοντας τα βιβλία σας -και διορθώστε με αν κάνω λάθος- έχω την αίσθηση ότι ο έρωτας έχει παίξει ιδιαίτερο ρόλο στη δική σας ζωή. Φαίνεται άλλωστε και από τη σχέση που αναπτύσσει ο Ευγένιος με τη μικρή της πλαϊνής πόρτας.
Φαντάζομαι πως δεν πρωτοτυπώ σ’ αυτό. Και βέβαια έχει παίξει ιδιαίτερο ρόλο ο έρωτας στη ζωή μου και παίζει εξίσου σημαντικό ρόλο και στα βιβλία μου. Τώρα που το σκέφτομαι από κάποια απόσταση, ο έρωτας ήταν και η κινητήρια δύναμη που με ώθησε στο γράψιμο. Ήδη από το πρώτο ανέκδοτο μυθιστόρημα του 1963, την Aubade. Γράφω πάντα για τον έρωτα – την αναζήτηση του αιώνιου αντικείμενου του πόθου μας. Την αντίστροφη εικόνα της μοναξιάς μας.

Ο έρωτας, το πάθος δεν γνωρίζουν ηλικίες; Μπορεί στην πραγματικότητα να ταρακουνήσουν τη ζωή και των πλέον απαθών; Γιατί συνήθως στις ταινίες βλέπουμε τέτοιες ανατροπές, δυστυχώς όχι στην καθημερινότητα…
Ασφαλώς το ερωτικό πάθος δεν γνωρίζει ηλικίες. Ο εαυτός μας παραμένει πάντα ένα άγνωστο πρόσωπο, χαμένο στο παρελθόν της ακμής μας, ο άλλος είναι πάντα το αμετακίνητο ιδεώδες, η ενσάρκωση του ερωτικού μας πόθου. Ό,τι συμβαίνει στο ερωτικό παιχνίδι είναι μια αντιπαράθεση εικόνων – της αναλλοίωτης δικής μας και του άλλου που παραμένει σταθερό μέσα σε συγκεκριμένες συντεταγμένες, αυτού που λέμε το πρότυπό μας, ο τύπος του άλλου φύλου που μας ελκύει.

Το διάβασμα, το σινεμά, οι τέχνες γενικότερα είναι ίσως τα μόνα οχήματα που μπορούν να συνδράμουν στην ανακούφιση ημών που σήμερα βαλλόμεθα από παντού;
Η τέχνη είναι το σταθερό καταφύγιο του ανθρώπου, έτσι είναι. Μας δίνει δύναμη και μας αποκαλύπτει την ουσία της ζωής – αυτό που μας διαφεύγει στην καθημερινότητα. Αυτό που συχνά η καθημερινότητα μας το παρουσιάζει αλλοιωμένο και μετατοπισμένο σε πεδία ξένα εντελώς από την αλήθεια της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στην ουσία η παρακμή της πόλης μας, η κρίση παίζει δευτερεύοντα ρόλο στην ιστορία σας. Οι δυο ήρωες θα μπορούσαν να ανταμώσουν σε οποιανδήποτε εποχή;
Θα μπορούσαν, είναι σίγουρο. Αλλά σε ό,τι αφορά την Κρυφή πόρτα, η κρίση είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ιστορίας, το μουσικό ισοκράτημα σε μια ιστορία που μπορεί να διαβαστεί και σαν τραγωδία, σαν την προδιαγεγραμμένη πτώση των προσώπων στην καταστροφή που και οι δύο σωρρεύουν πάνω τους. Μοιάζει έτσι η ιστορία του Ευγένιου και της Μαρίας να συμβαδίζει με την πορεία της πόλης.

Η ασφυκτική οικονομική κατάσταση των τελευταίων ετών έχει κατά τη γνώμη σας επηρεάσει και εν πολλοίς και τον ψυχισμό, τον δικό μας, τουλάχιστον των περισσότερο  ευαίσθητων, ευάλωτων; Μας έχει ταρακουνήσει άσχημα και αρνητικά;
Ναι. Και μου φαίνεται πως το πιο δυνατό ταρακούνημα, ακόμα και από την οικονομική δυσχέρεια στην οποία βρισκόμαστε, είναι η συνειδητοποίηση πως το προκαλέσαμε οι ίδιοι και πως δεν υπάρχει διέξοδος – τουλάχιστον με την έννοια της εξόδου από αυτή την κατάσταση. Εδώ μπορεί ενδεχομένως να δει κάποιος και τις αναλογίες με τους δυο ήρωες της Κρυφής πόρτας. Με τον Ευγένιο που έχει θάψει το παρελθόν του και ζει με τον τρόμο της αποκάλυψης και με τη Μαρία η οποία σπρώχνει τα πράγματα ίσαμε ένα σημείο από το οποίο τελικά δεν μπορεί να επιστρέψει και η σχεδιασμένη της εκδίκηση εξοστρακίζεται και χτυπά και την ίδια. Φυσικά όλα αυτά υπάρχουν στο επίπεδο της ερμηνείας – μπορεί κανείς να τα δει και έτσι, όπως μπορεί και να τα δει σαν μια απλή, ευθύγραμμη ιστορία με την αρχή και το αναπόφευκτο τέλος της.

Ζείτε στο κέντρο της μικρής μας πόλης, προφανώς από επιλογή. Δεν είναι φορές που αγριεύεστε από τα όσα ξαφνικά μπορούν να συμβούν μέσα σε μια στιγμή όπως περιγράφετε και στην Πόρτα;
Η ζωή στο κέντρο εξακολουθεί να με γοητεύει όπως πάντα, γιατί το κέντρο είναι η γειτονιά μου. Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε αυτό. Έχω δει πολλές εκδοχές της ζωής του και η παρούσα είναι μία ακόμα από πολλές άλλες, δεν τη βλέπω ούτε σαν τελική ούτε σαν καθοριστική. Είναι απλώς η παρούσα. Δεν φοβάμαι όμως.

Ο Ευγένιος, αυτός ο γοητευτικός μοναχικός λύκος, πόσα δικά σας στοιχεία έχει, γιατί μοιάζει πολύ να τον συμπονάτε…
Έχει πολλά δικά μου στοιχεία ο Ευγένιος, πώς αλλιώς θα μπορούσα να τον συμπονέσω; Οι τραγικοί ήρωες είναι αυτοί που προκαλούν την ταύτιση και του συγγραφέα και του αναγνώστη μαζί τους, γιατί τελικά ο άνθρωπος είναι μια τραγική ύπαρξη. Γνωρίζει πως είναι περαστικός από αυτή τη ζωή, γνωρίζει το τέλος του που είναι ο θάνατος και κάνει τα πάντα για να το υπερβεί και να χαρεί την ύπαρξή του πάνω σ’ αυτή τη γη. Και –αν είναι τυχερός– αντιλαμβάνεται κάποτε πως η ευτυχία του δεν θα υπήρχε αν δεν υπήρχε ο θάνατος.

Η καταγωγή σας είναι από τη Λέσβο. Παρακολουθώντας όλα αυτά τα τραγικά που συνέβησαν στο ωραίο νησί σας τι αισθάνεστε; Και την επισκέπτεστε συχνά τη Μυτιλήνη έστω νοερά;
Θεωρώ τον εαυτό μου Αθηναίο, γιατί εδώ γεννήθηκα. Η Λέσβος ανήκει στις αναμνήσεις του πατέρα μου αλλά και η δική μου γνωριμία μαζί της αριθμεί πάμπολλες δεκαετίες. Την αγαπώ, την ονειρεύομαι και την επισκέπτομαι όταν μπορώ. Φέτος είχα την ευτυχία να προσκληθώ για να παρουσιάσω εκεί το βιβλίο μου – για πρώτη φορά με προσκάλεσαν στον τόπο της καταγωγής μου! Ηταν μια υπέροχη εμπειρία, με πολλούς καινούργιους φίλους αλλά και παλιότερους. Ένα προσκύνημα.

Ο Ευγένιος στο πλαίσιο της μοναχικής στενής ζωής του δεν πάει διακοπές ούτε τον Δεκαπενταύγουστο. Εσείς έχετε αγαπημένο τόπο απόδρασης ή η Αθήνα είναι γοητευτική τον Αύγουστο;
Οι διακοπές για μένα δεν είναι τόσο πολύ το ζητούμενο. Έχω ένα σπίτι στην Πάρο και πάω εκεί πολλές φορές τον χρόνο, φυσικά και τα καλοκαίρια. Αλλά και στην Αθήνα είναι υπέροχα τον Αύγουστο. Το ιδανικό είναι Αύγουστος στην Αθήνα που έχει αδειάσει και οι υπόλοιποι καλοκαιρινοί μήνες στην Πάρο ή κάπου αλλού, για τη θάλασσα. Δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς τη θάλασσα το καλοκαίρι.

Αφιερώνετε το μυθιστόρημά σας στη Λουκία, «τη ζωή σας». Θα πρέπει αυτό το κορίτσι [σας έχουμε κάνει συνέντευξη σχετικά πρόσφατα] να αισθάνεται πολύ τυχερό… έτσι δεν είναι;
Η Λουκία είναι η δική μου κρυφή πόρτα προς την ευτυχία, σε μια εποχή που δεν ήταν πολύ αναμενόμενο να ανοίξει μια τέτοια πόρτα. Φυσικά της χρωστώ την τωρινή μου ευτυχία. Όσο για το αν η ίδια αισθάνεται τυχερή, θα πρέπει να υποθέσω πως ναι, γιατι οι δικές της επιλογές ήταν πολύ ευρύτερες από τις δικές μου την εποχή που γνωριστήκαμε. Για να επιλέξει εμένα σημαίνει κάτι.

Και όντας ομότεχνοι, πώς είναι η συνύπαρξη; Διαβάζει η γυναίκα σας πρώτη τα γραπτά σας κι εσείς εκείνης ή η δουλειά μένει έξω από το σπίτι;
Όταν γνώρισα τη Λουκία είχε ήδη εκδώσει δύο πεζογραφικά βιβλία της στο Μελάνι. Και είχε ήδη διαμορφώσει το ύφος και τη θεματολογική της στόχευση. Μου άρεσαν και τα δύο και –φυσικά– αν δεν μου άρεσαν δεν θα μπορούσα να παντρευτώ μια συγγραφέα που δεν θα μου έλεγε κάτι η γραφή της. Διαβάζω τα γραπτά της και διαβάζει τα δικά μου, όταν το γράψιμό μας έχει τελειώσει και χρειαζόμαστε ο καθένας έναν καλό αναγνώστη για τις πρώτες εντυπώσεις και τις παρατηρήσεις του. Δεν επεμβαίνει ούτε ο ένας ούτε ο άλλος στην ουσία της γραφής, αλλά γνωρίζοντας και εκτιμώντας τον άλλον ως συγγραφέα προσφερόμαστε να συνεισφέρουμε τις απαραίτητες συμβουλές που το ύφος και η στόχευση των κειμένων απαιτούν. Και όντας δυο πολύ διαφορετικοί πεζογράφοι, δεν ανταγωνιζόμαστε σε κανένα επίπεδο.