Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 35

"Αγραφιωτικοποιημένος -για τον Δημοσθένη" του Steve Dickison

photo © Στράτος Προύσαλης

photo © Στράτος Προύσαλης

τεχνητών παρεκκλίσεων
όπως
όμως
και τα ήσυχα
και τα των λέξεων

Le Bar

και τα των γραμμάτων.

-Δ. Α. από το ν,αι, Ερατώ, 2015.

Χθες πήγα στο Μπέρκλεϋ. Τη στιγμή που πληκτρολογούσα αυτή την πρόταση, συντεθειμένη χθες στο κεφάλι μου, ήταν στην πραγματικότητα προχθές που οδήγησα κατά μήκος της ακτής προς το Μπέρκλεϋ. Εκεί ο John Sakkis μου έδωσε ένα μικρό βιβλίο, ένα βιβλίο που αποτελείται από δύο βιβλία,  το τελευταίο από μία σειρά του Δημοσθένη Αγραφιώτη που ο John και ο θείος του Angelos Sakkis μετέφρασαν από τα ελληνικά στα αμερικανικά αγγλικά.
    
Ο John μού γνωστοποίησε ότι η επιτέλεση, η οποία οργανώθηκε από τον Δημοσθένη και στην οποία πολύ ευγενικά συμπεριλήφθηκα τρία καλοκαίρια πριν στην Αθήνα, υπάρχει σε βίντεο και δημοσιεύτηκε στο διαδίκτυο, ότι την είδε και ότι μπορώ να τη βρω εύκολα.[ http://dagrafiotis.com/wp-content/uploads/2013/07/flyerZP_.png] Πράγματι, ο καλλιτέχνης επιτελεστής Ανδρέας Πασσιάς, από την Κύπρο, δημιούργησε το πράσινο νυχτερινό βίντεο εκείνης της βραδιάς, Σάββατο 13 Ιουλίου 2013, στο Βυρσοδεψείο. Παλιό βυρσοδεψείο δερμάτων στην οδό Ορφέως στην μεταβιομηχανική περιοχή του Βοτανικού στην Αθήνα, ο χώρος μετατράπηκε σε γκαλερί και πολυχώρο επιτελέσεων υπό τη διεύθυνση της δραματουργού Έλλης Παπακωνσταντίνου με τον σύζυγό της, μουσικό, Τηλέμαχο Μούσσα.
    
Η κόρη της Έλλης και του Τηλέμαχου, Δάφνη, έκανε πρόβα με το συγκρότημά της κατά την προθέρμανση. Πριν πέσει το σκοτάδι, τράβηξα ένα βίντεο με το Τρίο της Δάφνης σε δράση: ο Τηλέμαχος με μουσικό πριόνι, ο Γιώργος Γαλόπουλος με το κοντραμπάσο και η Δάφνη παίζοντας στα ντραμς του Πάνου Τζινιόλη. Είχα φέρει τον ηχογραφημένο τζίτζικα από την Ύδρα, ήταν εκείνο το ίδιο πρωί, πριν μπω στο λεωφορείο. Είχα μαζί μου και ηχογραφημένο Earl Hines για να ταιριάζω στο κλίμα.
    
Έτσι, τον Ιούλιο του 2013 ήμουν στην Ελλάδα, και το πρώτο βράδυ βρέθηκα στην Αθήνα στο Βυρσοδεψείο. Είχαν περάσει τότε πέντε χρόνια από την τελευταία μου επίσκεψη σ’ αυτή τη χώρα και η κρίση λιτότητας ενέσκηπτε εκείνη την εποχή, καθώς κανένας και τίποτε δεν έμενε απρόσβλητο από την ωμή της βία, με την κατάρρευση των καθημερινών οικονομικών σχεδόν όλων των ανθρώπων. Σκοπεύω μάλλον να προσπαθήσω και να αποτίσω τον φόρο τιμής στον Δημοσθένη, παρά να καταγράψω κάποιου είδους μαρτυρία αναφορικά με το πώς είχαν τα πράγματα, για τα οποία η δική μου κατανόηση είναι αμυδρή και στην πραγματικότητα μακρινή.
    
Θα αναφέρω αυτό: κάποιοι από τους οδηγούς των ταξί δεν ήθελαν να πάνε στον Βοτανικό. Την εβδομάδα πριν το «Site Specific Festival» στο οποίο συμμετείχαμε –το εμείς περιλαμβάνει το τρίο του Τηλέμαχου Μούσσα, τον Michel Collet, « έκκεντρο  καλλιτέχνη», ο οποίος εργάζεται στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στην Μπεζανσόν στην Ανατολική Γαλλία, κοντά στην Ελβετία, την εννοιολογική καλλιτέχνιδα πολυμέσων Valentine Verhaeghe, επίσης από την Μπεζανσόν, τον Δημοσθένη Αγραφιώτη, ποιητή και καλλιτέχνη διαμέσων, από την Αθήνα, και εμένα, από το μακρινό Σαν Φρανσίσκο– μου είπαν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μία επιχείρηση της αστυνομίας εναντίον μίας ομάδας Ρομά που έμεναν στην περιοχή και τους έκαψαν τον καταυλισμό. Έφυγαν από εκεί. Η μυρωδιά από τη φωτιά υπήρχε ακόμη στην ατμόσφαιρα.
    
Θα αναφέρω αυτό: πολλοί άνθρωποι ήρθαν εκείνο το βράδυ στο Βυρσοδεψείο για να συνευρεθούν με άλλους ανθρώπους, να απολαύσει ο καθένας την παρουσία, την παρέα, του άλλου. Πιο ηλικιωμένοι και νεαρά παιδιά ήρθαν στο Φεστιβάλ, άνθρωποι που ήταν περίεργοι, ζευγάρια που ήθελαν να περάσουν το βράδυ στο ύπαιθρο, μικρά σμήνη εικοσάρηδων. Ίσως υπήρχε μία μη προφανής απουσία χίπστερ τύπων, δεν ξέρω γιατί. Ήταν σαν την υπαίθρια νυχτερινή ταινία, σαν αυτή (ήταν το «Επάγγελμα ρεπόρτερ» του Αντονιόνι, έτσι δεν είναι;) που προβαλλόταν στον τοίχο του κτηρίου της Ένωσης Αρχαιολόγων κοντά στο σπίτι που μέναμε στο Μοναστηράκι. Κανείς δεν πλήρωσε τίποτε για την είσοδό του στον χώρο εκείνο το βράδυ, και είμαι απολύτως σίγουρος ότι κανείς δεν πληρώθηκε γι’ αυτό που προσέφερε. Επαγγελματικού επιπέδου θεατρική παράσταση λάμβανε χώρα στη μεγάλη σκηνή στον χώρο πίσω από εμάς και κατά μήκος του πεζόδρομου που κατέληγε κάτω στη σκάλα, με μουσικούς από τη Συμφωνική της Αθήνας στην ορχήστρα του θεάτρου. Δύο μέλη κάθισαν μαζί μας: ο τρομπετίστας, κατά τη διάρκεια της επιτέλεσης της Valentine με το κοινό, και ένας τενόρος σαξοφωνίστας φορώντας την ενδυμασία της ορχήστρας στην παρέλαση, ο οποίος προθέρμανε το τρίο πριν βγουν στην σκηνή ξεκινώντας με το «Countdown» του Coltrane. Υπήρχαν καλλιτεχνικές εγκαταστάσεις στο ισόγειο, μέσα κι έξω από το μπροστινό οικόπεδο μέσα από το οποίο εισέρχονταν ο κόσμος στον χώρο από τον δρόμο, καθώς και εναέριες λήψεις από ψηλά. Το συγκρότημά μας με το όνομα στο πρόγραμμα «Jazz (Power) N’ Poetry» –ακόμα προσπαθώ να καταλάβω τι σημαίνει αυτό – έπαιζε σε μία ταράτσα στο τελευταίο πάτωμα, φυσικά υπαίθρια. Είναι καλοκαίρι στην Αθήνα.
    
Αν και φυσικά η Έλλη και ο Τηλέμαχος είναι τελικά τα φώτα που μας καθοδηγούν στα περισσότερα απ’ όσα συμβαίνουν εκείνη τη νύχτα, θέλω να κατηγορήσω και να επαινέσω τον Δημοσθένη για όλα αυτά. Ήρθαμε στην πόλη, η Susan Gevirtz κι εγώ, και μας έκανε ένα όχι και τόσο μικρό δώρο, με τη μορφή αυτής της βραδιάς. Μα τι κάνουν οι Έλληνες και δίνουν δώρα στους επισκέπτες τους; Δεν είναι οι πιεσμένοι από τη λιτότητα; Και γνωρίζω, επειδή μας είπαν αφού ρωτήσαμε, ότι οι καθηγητές, για παράδειγμα, στα μεγάλα πανεπιστήμια έχουν μείωση στους μισθούς τους κατά το ήμισυ ή το ένα τρίτο του κανονικού εισοδήματος, με 100 και πλέον φοιτητές στο αμφιθέατρο, καθώς δεν υπάρχει πουθενά αλλού που να μπορούν να πάνε οι άνεργοι νέοι. Οικογένειες πωλούν το νοικοκυριό τους πάνω σε κουβέρτες στον δρόμο. Ηλικιωμένοι που θα περίμενε κανείς να τους δει να ξεκουράζονται ή να κάνουν βόλτες ζητιανεύουν λίγα ευρώ.
    
Υπάρχουν περισσότεροι, και πιο εμφανείς, πρόσφυγες στην πόλη. Ανατολικοαφρικανοί κάτω από τον λόφο της Ακρόπολης το βράδυ, Μπαγκλαντεσιανοί, Βορειοαφρικανοί –είναι η εποχή πάνω κάτω πριν την ολοκληρωτική έκρηξη στη Συρία–, μ’ ένα μικρό τέμενος κρυμμένο πίσω από ένα μπακάλικο στο οποίο μπήκα τυχαία κατά τη δύση του ήλιου την Παρασκευή, καθώς περπατούσα κοντά στην Ομόνοια στο κέντρο της Αθήνας, και είδα τους ανθρώπους να φορούν ξανά τα παπούτσια τους. Σ’ ένα από τα βόρεια προάστια της πόλης αρκετά παιδιά και άνδρες χωρίς χαρτιά στοιβάζονται σε κοντέινερ σ’ ένα στρατόπεδο με αγκαθωτό συρματόπλεγμα γύρω του. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ανέβει ακόμα στην εξουσία, για να πέσει μετά. Ο Τσίπρας δεν είναι ακόμα κάθε ώρα στις διεθνείς ειδήσεις. Δεν βλέπουμε ακόμα τον Βαρουφάκη πάνω στη μηχανή του.
    
Και τι κάνουν οι Έλληνες και μας φέρνουν δώρα; Διότι είναι αυτό που είναι. Πρέπει να μιλήσω με αυτόν τον τρόπο γενναιοδωρίας, οργάνωσης, συνέλευσης. Με τον τρόπο του να σμίγουμε ανθρώπους και αντικείμενα και λέξεις και πολύμορφες γλώσσες, με τον τρόπο της φροντίδας – με την οποία θα πρέπει να γνωρίσετε την Έλλη και τον Τηλέμαχο, τον Ανδρέα, τον Michel και την Valentine, τη Λιάνα και τον Josef, και τη Φοίβη και τον Τσίτση. Δεν υπάρχει κάτι τρελό σ’ αυτό. Ο κόσμος καταρρέει, έτσι δεν είναι;
    
Οφείλετε πραγματικά να τηλεφωνήσετε και να επισκεφτείτε αυτόν τον πειραματικό μουσικό χώρο, και, αν και έχουν κλείσει τώρα τον Ιούλιο, δεν υπάρχει πρόβλημα. Αυτή ήταν μία περιοχή της πόλης όπου κατασκευάζονταν και φορτώνονταν προϊόντα στα φορτηγά, πράγμα που ονομάζεται μεταφορά, και ακόμα και τώρα, στην κατάσταση του ελλείμματος και της κατάρρευσης, υπάρχουν απέριττες μικρές γκαλερί και χώροι επιτελέσεων, θέατρα που κλείνουν από την αστυνομία, καταλαμβάνονται και ξανανοίγουν όταν οι ηθοποιοί σπάζουν τα λουκέτα που έβαλε η αστυνομία και ανοίγουν τις πόρτες και οργανώνουν μία εκδήλωση εγκαινίων ενάντια στην κυβερνητική απαγόρευση. Ενάντια στον φόβο, και τι άλλο εμπόδιο έχετε να βάλετε μπροστά μας; Τι άλλο μπορείτε να μας πάρετε;

βιτρίνα γεμάτη

    μπλε αέριο
    συλλογές  ματιών
    σκιές

οι προσκυνητές    θαυμάζουν
     
     για μερικά μανταλάκια
     προσφέρουν ό,τι απόμεινε
     από την καλοσύνη τους

D. Agrafiotis από το Dialytika, trad. G. Pierrat (Edition bilingue), Editions La Rumeur Libre, 2016.

Ο David Shapiro έγραψε κάτι στο facebook πριν από έναν χρόνο ή περισσότερο το οποίο έπρεπε να αντιγράψω και να το επαναλαμβάνω στον εαυτό μου και το οποίο έχει να κάνει με αυτό το πράγμα που ονομάζεται φιλοξενία, γενναιοδωρία, ευγένεια. Αν και είναι γραμμένο στο ιδίωμα της Τορά –και ο Δημοσθένης είναι σαν τον εντελώς κλασικό τύπο ανθρώπου του 21ου αιώνα, ένας μελλοντολόγος με φιλντισένια μαλλιά– μου φαίνεται ότι είναι εύστοχο ένα μικρό σχόλιο πάνω στη Βιβλική (αν και είναι ετερόδοξη, όχι ορθόδοξη) ανταπόδοση σ’ αυτόν, κάτι σαν ένας ημι-κοσμικός μιδράς :

Είπα στους φίλους μου ότι το βιβλίο της Ρουθ ήταν έμπλεο με το ιδανικό της καλής μεταχείρισης του ξένου. Με επέπληξαν και μου είπαν ότι ήταν μόνο ένα γενεαλογικό βιβλίο που φτάνει μέχρι τον βασιλέα των βασιλέων. Υπάρχουν δύο τρόποι να δει κανείς τον ξένο. Να είσαι ευγενικός στον ξένο, γιατί αυτός θα γράψει το βιβλίο σου.

Έτσι, προτείνω ως μετάφραση (με σχεδόν τα ίδια λόγια): Κάτω για πάντα οι πατρογραμμικές γενεαλογίες οικογενειακών μπίζνες ως συνήθως του άρχοντα από βασιλιά σε βασιλιά! Έχουμε αυτούς τους κατεστραμμένους κόσμους που χρειάζονται και πάλι φροντίδα.

ήρεμα, ήρεμα

ημέρες περιπάτου

εξημέρωση των μεν

ήμερα δε.

-Δ. Α. από το ν,αι, Ερατώ, 2015.

Μτφρ. Δρ. Χαράλαμπος Μαγουλάς

*

of artificial deviations
such as
however
and what’s quiet
and what words do

Le Bar

and what letters do.

DA, from Y’es, tr. Sakkis&Sakkis, 2016

Yesterday I went to Berkeley. At the momentwhen I was typingthat sentence, composed in my head yesterday, it wasactually the day before yesterday that I drove across the bay to Berkeley. ThereJohn Sakkishanded me the little book, a book made of two books [*], the latest one of a few by Demosthenes Agrafiotisthat John and his uncle AngelosSakkis have translated from Greek into American English.

John reminds me that the performance, organized by Demosthenes, thatI was graciouslyincluded inthree summers ago in Athensis on video and posted online, that he’s watched it and I can track it down. [http://dagrafiotis.com/wp-content/uploads/2013/07/flyerZP_.png ]Performance artist Andreas Pashias, of Cyprus,indeed made thegreen videonight recording that evening, Saturday 13 July 2013, at Vyrsodepseio. A former leather tannery on Orfeos Street in Athens’ post-industrial Votanikos neighborhood,the space was turned into a gallery and multi-stage performance space, run by actor and dramaturge Elli Papakonstantinou, with her husband, musician TilemachosMoussas.

The daughter of Elli and Tilemachos, Daphne,rehearsed with the band in the warm-up. Before dark I made a little video of theDaphne Trio in action:Tilemachos on musical saw, GiorgosGalopoulos, contrabass, and Daphne working at drummer PanosTziniolis’s kit. I brought the tsítsikas from Hydra, wasn’t it that same morning, before getting on the bus. I brought Earl Hines, to sit in.

So in July 2013 I was in Greece, with my first night in Athens at Vyrsodepseio. It had been five years since my last visit to this country, and the austerity crisis was happening this time, with nobody and nothing untouched by its flat out violence, by the breakdown of near everybody’s day-to-day economy. I intend to try and make this a little tribute to Demosthenes, rather than some kind of testimonial regarding the state of things, about which my own grip would have to be tenuous, distant in fact.

Let’s say this: some of the cab drivers didn’t want to drive to Votanikos. The week before the Site Specific Festival that we were part of — ‘we’ included, for our part, the TilemachosMoussas Trio, Michel Collet, “artiste marginale,” who works at the InstitutSupérieur des Beaux Arts de Besançon ineastern France, near Switzerland, multimedia conceptual artistValentine Verhaughe, also from Besançon, Demosthenes Agrafiotis, poet and intermedia artist, of Athens, and myself, from far away San Francisco — I was told there’d been a police action against a group of Roma who’d been staying in the area and had their encampment burned out. They were gone. That was still in the air.

Let’s say this: people came to Vyrsodepseio that Saturday evening in order to be with other people, to enjoy each other’s presence, and company. Old folks and young kids were there, people who were curious, couples wanting to be out in the night air, small clusters of people in their twenties. Maybe there was a not conspicuous absence of hipster types, I don’t know why. It was like the nighttime outdoor movies, the one (Antonioni’s ‘The Passenger,’ really?) that showed on the wall of the archeological housing we were staying in near Monastiraki. Nobody paid anything to get into the place this night, and I’m pretty sure nobody was paid for what they offered. Professional grade theatre was happening in the large stage-space back of us and across a walkway down half a flight, with musicians from the Athens Symphony in the theatre orchestra. Two of the players sat in with us: the trumpeter who turns up at 45:15 and following, during Valentine’s performance with the audience, and a tenor saxophonist in marching band regalia who heated up the trio before we came onstage by launching into Coltrane’s “Countdown.” Several installations were set up at ground level, in and off the front lot as people entered from the street, aerial views from above. Our little band, billed as “Jazz (Power) N’ Poetry” — I’m still trying to figure out what that means — was on a terrace on the rooftop, outdoors of course. It’s summer in Athens.

Though of course Elli and Tilemachos are ultimately the guiding lights for much of what goes on that night, I want to blame and praise Demosthenes for all of it. We’d come to town, Susan Gevirtz and I, and he’d handed me a not so little gift, in the form of this evening. What are the Greeks doing giving their visitors gifts? Aren’t they the ones being pressed under austerity? And I know, because we were told when we asked, that teachers for instance at the major universities already had their salaries hacked to a half or a third of their regular pay, with 100-plus students loaded into the classroom, since there isn’t anywhere else unemployed young peoplereally need to get to. Families are selling their household stuff on blankets in the street. Older folks you’d expect to see resting or strolling are begging for euros.

There are more, and more obvious, refugees in the city. East Africans downhill from the Acropolis at night, Bangladeshis, North Africans — this is more or less before Syria wholly erupts —, with a little mosque hidden behind a grocery store that I come on by accident near sundown Friday, walking near Omonia in central Athens, gentlemen stepping back into their shoes. In one of the suburbs north of the city some of the undocumented boys and men are being collected in cargo containers in a camp with barbed wire around it. Syriza has yet to fully rise, and then to fall. Tsipras isn’t yet on the international news every hour. No Varoufakis on no motorbike.

What are the Greeks doing bringing us gifts? Because that’s what it is. I have to speak to this mode of generosity, of organizing, of assembling. Of bringing people and objects and words and multiform languages together, of that manner of thoughtfulness — that you really should be introduced to Elli and Tilemachos, to Andreas, and to Michel and Valentine, to Liana, and to Josef, and to Phoebe and Tsitsis. There’s nothing frantic about it. The world’s falling apart, isn’t it?

You really ought to call up and visit this experimental music venue, they’re on break now for July though that’s okay. This used to be a part of the city for manufacturing and shipping with trucks called metaphoraand even now in the total state of deficit and collapse there are unadorned little galleries and performance spaces, theatres getting closed down by the state policebeing occupied and reopened when the actors snap the police locks off the doors and set up a show opening tonight contra government interdiction. Contra fear and what else do you have to put in front of us? What more can you take away?

window display full of

blue gas
collection of glass eyes
shadows

the pilgrims    admire

for a few clothes-pins
they offer whatever is left
of their kindness.

DA, from Diaeresis, tr. Sakkis&Sakkis, 2016

David Shapiro wrote something on Facebook a year or more ago that I had to write down and repeat to myself, which has to do with this thing that’s called hospitality, generosity, kindness. Even though it’s in the idiom of the Torah — and Demosthenes is like a totally classical-meets-21st-century man, an ivory-coifed futurologist — it feels apt, a little gloss on the Biblical (though it’s heterodoxy, not orthodox) tossed back at him, as semi-secular midrash:

I told my friends the book of Ruth was filled with the ideal of the stranger treated well. I was rebuked and told it was all a genealogical book leading to the king of kings. Two ways of looking at the stranger. Be kind to the stranger, because she will be writing your book.

So how about (in almost not other words)as translation: Down with all patrilineal bro-business as usual king-upon-king archon genealogies forever! We have these wrecked worlds that need caring for, here again.

lightly, lightly

[ . . . ]

DA, from Y’es, tr. Sakkis&Sakkis, 2016

Steve Dickison (Ποιητής, Δντης του Κέντρου Ποίησης & Αρχείων Ποίησης, Παν/μιο Σαν Φρανσίσκο, Καλιφόρνια, Η.Π.Α.)