Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 33

"Χονολουλού και άλλα διηγήματα" του Σώμερσετ Μωμ

EKS. MAUGHAM HONOLULU-fin.qxd

Χονολουλού και άλλα διηγήματα, Σώμερσετ Μωμ, μτφρ. Παλμύρα Ισμυρίδου, εκδόσεις Άγρα 2015

Ο επιτυχημένος συγγραφέας της δεκαετίας του ΄30 Σώμερσετ Μωμ έχει την τύχη να είναι γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από παλιά. Ωστόσο, δεν είναι ευρύτερα γνωστά τα διηγήματα που επέλεξαν οι εκδόσεις ΑΓΡΑ να παρουσιάσουν στους φιλαναγνώστες και να ενσωματώσουν στο ελληνικό Corpus των έργων του (επιφυλάσσομαι σε κατοπινή βιβλιοκρισία να μιλήσω για μια ακόμη έκδοση κειμένων του Μωμ από τις ίδιες εκδόσεις). Μια εξαίρετη, όντως, επιλογή. Τη μετάφραση υπογράφει η Π. Ισμυρίδου. Εχέγγυο μεταφραστικής ποιότητας για τον αναγνώστη εκείνον που πιθανόν δεν γνωρίζει τη δουλειά της μεταφράστριας. Των διηγημάτων προτάσσεται ένας ευσύνοπτος πρόλογος από τον ίδιο τον Μωμ. Τον βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρων κι επίσης όμορφα και γλυκά εξομολογητικό. Η νηφάλια ή και μειλίχια μομφή του Μωμ προς τους κριτικούς (βλ.σελ.11) είναι εύκοσμη και απόλυτα βάσιμη. Όσοι ασκούν κριτική οφείλουν να τη λάβουν υπόψη. Πιθανόν η εποχή έχει πια ξεπεράσει το είδος των βιβλιοκρισιών που υπαινίσσεται ο Μωμ, ωστόσο ο πυρήνας της μομφής του αφορά στο εκάστοτε τώρα. Κι αυτός άλλος δεν είναι από μια προκατειλημμένη άποψη για μια χ τελεολογία και δόμηση των έργων τέχνης. Ας προσεχθεί η παρατήρηση Μωμ. Παράλληλα (βλ.σελ.13), ο Μωμ σκιαγραφεί, εντελώς σχηματικά βέβαια, αλλά γόνιμα πιστεύω, τα γενικά χαρακτηριστικά ενός διηγήματος. Ας προσεχθεί, εξίσου, κι αυτό το σημείο. Μολαταύτα, όπως τείνω να πιστεύω, η πεμπτουσία της «θεωρίας» του δίνεται στο τέλος της ίδιας σελίδας και, για μένα, είναι υπεραρκετή : «Από τις απαρχές της ιστορίας, οί άνθρωποι συγκεντρώνονταν γύρω από υπαίθριες φωτιές ή στην αγορά για να ακούσουν ιστορίες. Αυτή η επιθυμία μοιάζει βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ύπαρξη. Ουδέποτε υποκρίθηκα ότι ήμουν κάτι άλλο πέρα από παραμυθάς. Χαίρομαι να αφηγούμαι ιστορίες και έχω πει πολλές. Δυστυχώς για μένα, η αφήγηση μιας ιστορίας χάριν της ιστορίας και μόνο αποδοκιμάζεται από τη διανόηση. Προσπαθώ να υπομείνω σθεναρά την κακοτυχία μου».

Η έκδοση, που φέρει τον τίτλο «Χονολουλού και άλλα διηγήματα»,περιλαμβάνει 9 διηγήματα του Μωμ. Παρότι ο συγγραφέας ζει καταμεσής του μοντερνιστικού κινήματος, που εμβληματικά αντιπροσωπεύει ο Τζόυς ή ο Φώκνερ, η γραφή του μένει, εν πολλοίς, ανεπηρέαστη απ’ αυτό. Τονίζω, ωστόσο, πως καμιά γραφή δεν οφείλει να είναι ό,τι συμβαίνει να είναι η εποχή της. Η γραφή δεν είναι κάτι που οφείλει να υποκύπτει σε δογματισμούς ή ανόητες διαιρέσεις που τη θέλουν παραδοσιακή, μοντέρνα, ή μεταμοντέρνα. Οι διαιρέσεις, βέβαια, υπάρχουν και έχουν μια σχετική σημασία, όμως για ολότελα χρηστικούς λόγους εν όψει του γράφειν καθεαυτόν. Έτσι, μπορεί καθένας να γράφει όπως θέλει και να φαντάζει παρωχημένος για την εποχή του (ας θυμηθούμε, λόγου χάρη, τη γραφή του Καββαδία ή και του Καρυωτάκη ακόμη, την εποχή που στην Ευρώπη κάνει άλματα ο υπερρεαλισμός ή το ντανταϊστικό κίνημα…), ωστόσο το μόνο ζήτημα είναι αν γράφει καλά και λέει με νέο, ενδιαφέροντα και γοητευτικό, ίσως, τρόπο παλιά ή νέα πράγματα. Φυσικά, όπως και αλλού έχω γράψει, εναντιώνομαι στη συνήθεια να εκθέτει κανείς τις υποθέσεις των πεζών λογοτεχνημάτων. Η μοναδική μου συμβολή, όπως την αντιλαμβάνομαι, είναι να προβάλλω την αίσθησή μου για το λογοτεχνικό βλέμμα των παρουσιαζόμενων συγγραφέων.

Ο Μωμ, λοιπόν, κοιτά ρεαλιστικά, όπως συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε τον όρο, τον κόσμο. Η γλώσσα του είναι η τρέχουσα χειροπιαστή των συναντήσεών μας και των πραγμάτων που μας περιστοιχίζουν και οι περιγραφές αφορούν σε καταστάσεις και πρόσωπα που το βάρος τους, οι διαστάσεις τους, είναι τα άμεσα αντικείμενα τους αμφιβληστροειδούς μας. Η αφήγηση επιδιώκει να κινείται με λογικούς αναβαθμούς και οι λογοτεχνικές παρατηρήσεις χτίζονται, εξίσου, με μικρές λογικές ψηφίδες. Τέλος, η δομή τους αφορά, ως επί το πλείστον, στα γενικά περιγράμματα, στη στοιχειακότητα των πραγμάτων ή των καταστάσεων που περιγράφονται, ως μια άλλη επίμονη στάση υπέρ του ρεαλισμού και δη με τον βαρύ οπλισμό που αυτός διαθέτει : τον σκελετό των όντων και αντικειμένων. Χονδρικά και πολύ σχηματικά, στα στενά πλαίσια μιας ασθμαίνουσας βιβλιοκρισίας, αυτά περί Μωμ, όπως εγώ προσλαμβάνω τη γραφή του.

Κλείνω με ένα απόσπασμα του Μωμ από το διήγημα «Τα χνάρια στη ζούγκλα»(σελ.221), που το θεωρώ εξόχως διασκεδαστικό και κρίνω ότι εμπεριέχει ορισμένα από τα στοιχεία γραφής του που λίγο πριν σκιαγράφησα : «Ο Γκέηζ τίναξε τη στάχτη από το πούρο του και με κοίταξε με το ελαφρώς ειρωνικό, σαρδόνιο μα ευχάριστο χαμόγελό του. «Σας πληροφορώ πως υπάρχει μια δουλειά που δεν θα μου άρεσε» είπε. «Σαν ποία ;» τον ρώτησα. «Η δουλειά του Κυρίου, την Ημέρα της Κρίσεως» αποκρίθηκε ο Γκέηζ. «Να μου λείπει το βύσσινο».

Στάθης Κομνηνός