Top menu

Ξαναδιαβάζουμε τον ποιητή Βασίλη Ρώτα (1889 - 1977)

rwtas_site

39 χρόνια από την απώλεια του Βασίλη Ρώτα, τιμάμε τη μνήμη του και εξετάζουμε το έργο του.

*

Γράφει ο Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης

Η ικανότητα να εκφράζεις συναισθήματα και προβλήματα με βραχυγραφία και δύναμη ανήκει σε δημιουργούς που το άστρο τους τους επιτρέπει να γράφουν ποίηση. Πολύ πιο δύσκολο όμως είναι να γράφεις ποιήματα που μπορούν να διαβάζονται εξίσου από μεγάλους και παιδιά.

Ένας τέτοιος μεγάλος ποιητής που αγαπούσε τα παιδιά και πρόσφερε μεγάλο έργο στην παιδική λογοτεχνία είναι ο Βασίλης Ρώτας.

Βαδίζοντας αρχικά στα όρια του ιδεαλισμού και υιοθετώντας τα «ηθικά κηρύγματα του Γ. Αποστολάκη και του Φ. Πολίτη περιπλανήθηκε άσκοπα σε πνευματικές αναζητήσεις που στο βάθος ήταν αντιδραστικές και αντιλαϊκές»,(1) θα πει για τον Ρώτα ο Γιάννης Κορδάτος. Στο δρόμο όμως του «πηγαιμού για την Ιθάκη» αρνήθηκε τις νεανικές ιδέες του και μεταστράφηκε στον μαρξισμό. Από τότε ο λόγος του αποκτά πρωτοτυπία και εντυπωσιάζει δίνοντας νέες κατευθύνσεις στην ποίηση. Διότι ενώ μέχρι τότε η ποίηση και η πεζογραφία βαδίζουν πάνω στο τρίπτυχο πατρίς - θρησκεία - οικογένεια, ο Ρώτας εμφανίζει ένα στίχο που παιχνιδίζει, που έχει διαύγεια, θυμόσοφη διάθεση και ένα πνεύμα ελευθεροφροσύνης. Ο ποιητής παρακάμπτει τα διάφορα αισθητικά ρεύματα της εποχής και αντλεί από την αστείρευτη δεξαμενή της δημοτικής μας παράδοσης. Γι’ αυτόν δημιουργός και καταλύτης είναι πρώτα απ’ όλα ο λαός.

Γράφοντας συχνά σε δεκαπεντασύλλαβο, εμπλουτίζοντας τον ποιητικό του λόγο με στοιχεία από διάφορες ντοπιολαλιές της Ελλάδας και από τη λαϊκή παράδοση (παραμύθια, παροιμίες) δημιούργησε ένα ξεχωριστό προσωπικό λογοτεχνικό ιδίωμα.

Στην ποίηση του Ρώτα μπορούμε να διακρίνουμε εσωτερικά και εξωτερικά στοιχεία.(2) Τα εσωτερικά αναφέρονται στο περιεχόμενο των ποιημάτων του και χαρακτηρίζονται από:
•    την αγάπη για τη φύση και τον κόσμο
•    την αγάπη για το παιδί
•    το λαϊκό πολιτισμό και τη ζωή της υπαίθρου
•    τον κοινωνικό προβληματισμό και το όραμα ενός καλύτερου αύριο
•    την αγωνιστικότητα
•    τη σατιρική διάθεση.

Ενώ τα εξωτερικά χαρακτηρίζονται από:
•    την απελευθέρωση της γλώσσας από τους «κόσμιους» γλωσσικούς τύπους και τη συμπόρευση με λαϊκά γλωσσικά στοιχεία
•    τη μη απόλυτη πειθάρχηση σε στιχουργικές φόρμες, παρόλο που ο στίχος του είναι ιδιαίτερα προσεγμένος.

Η ποίηση του Ρώτα με αυτά τα «χαρακτηριστικά αγγίζει κάποτε τα όρια της μεγάλης δημιουργίας». (3) Έγραψε σε μια πλούσια γλώσσα και δροσερή χωρίς να θυσιάζει την ακρίβεια και την κυριολεξία. Όσο για το μέτρο είναι απλό, ο δε ρυθμός ζωηρός, πεταχτός και χαρούμενος. Σε γενικές γραμμές, ο στίχος του «είναι άψογος και η έμπνευση δεν απολείπει».(4)

Ένα άλλο ιδιαίτερο στοιχείο του Ρώτα είναι η προσπάθειά του να ξεφύγει η παιδική ποίηση από το τυποποιημένο θεματολόγιο και να στραφεί σε θέματα που θα προβληματίσουν τα παιδιά. Διότι «τα διάχυτα κοινωνικά μηνύματα κεντρίζουν τις παιδικές ψυχές, συγκινούν και γοητεύουν με το λυρισμό, τον ωραίο στίχο και την ευαισθησία».(5)

Η πρωτοποριακή κίνηση του Ρώτα να ακολουθήσει μια νέα πορεία που θα άλλαζε την τυποποιημένη θεματολογία αποδείχτηκε ούριος άνεμος. Δίκαια επομένως του αποδόθηκε ο αναγκαίος σεβασμός για την προσφορά του, πολύ περισσότερο μάλιστα που η ποίηση για παιδιά τα τελευταία χρόνια ελάχιστες σελίδες έχει προσφέρει.

Ο Βασίλης Ρώτας διατήρησε ως τα βαθιά γεράματα το άγιο μύρο της παιδικότητας και συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγάλων της παιδικής ποίησης. Είναι ποιητής με πλούσιο ταλέντο. Και όπως επιβεβαιώνει και μια άλλη μεγάλη μορφή των ελληνικών γραμμάτων, η Μέλπω Αξιώτη, ο Βασίλης Ρώτας είναι ο ποιητής «που έγραφε ωραιότατα ποιήματα».(6)

Σημειώσεις
1  Γ. Κορδάτος, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, τόμ. Β΄, Επικαιρότητα, 1983, σ. 664.
2  Χ. Σακελλαρίου, Οι πρωτοπόροι της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας, τόμ. Α΄, Πατάκης, 1987 σ. 193-199.
3  Γ. Κορδάτος, ό.π., σ. 664.
4  Χ. Σακελλαρίου, Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας, Κίνητρο, 1991, σ. 105-106
5  Β.Ν. Αναγνωστόπουλος, Τάσεις και εξελίξεις της παιδικής λογοτεχνίας στη δεκαετία 1960-1970, Εκδόσεις των Φίλων, 1982, σ. 61.
6  Μ. Αξιώτη, Άπαντα, τόμ. ΣΤ΄, Κέδρος, 1983, σ. 69.