Top menu

7 + 1 βιβλία για τον Αύγουστο [Λέσχη Ανάγνωσης Ιουλίου]

lan27715

Η συντακτική ομάδα του περιοδικού Vakxikon.gr προτείνει στη Λέσχη ανάγνωσης Ιουλίου, τα παρακάτω βιβλία:

1_-_hlwptsiodendrinos

Πάει η μουστάρδα στην κρεμ μπρουλέ;, μυθιστόρημα, Γιώργος Δενδρινός, εκδόσεις Μεταίχμιο 2015

Αγοράστε το βιβλίο

Η πεζογραφία πάντα είχε την τάση να σκιαγραφεί καλύτερα από κάθε άλλο είδος τέχνης παθογένειες της εποχής της. Η έκταση του έργου αλλά και η πλοκή με τις εξωτερικές προβολές, είτε επηρεάζουν τον ήρωα είτε με την καταγραφή τους ως κοινωνικό πλαίσιο και φόντο, πάντα επέτρεπαν στους συγγραφείς να σχολιάζουν την κοινωνία και τα πάθη της. Τα τελευταία δε χρόνια εμφανίζονται στην πεζογραφία ολοένα και περισσότερα μυθιστορήματα που άμεσα αναφέρονται στην οικονομική κρίση.

Άλλωστε, αυτό έκαναν οι πρώτοι εισηγητές του μυθιστορήματος (novel/nouvelle) όταν εγκατέλειψαν τους μεσαιωνικούς ήρωες-ιππότες και στράφηκαν στην κοινωνία τους με πρωταγωνιστές απλούς ανθρώπους, αντιήρωες (Βίκτωρ Ουγκώ). Ο Μπαλζάκ σημείωνε «μελετώ την πορεία της εποχής μου και τυπώνω αυτό το βιβλίο» (Χωριάτες). Στην πραγματικότητα μοιάζει να έχουμε μία νέα στροφή στο ρεαλισμό (το μέλλον θα δείξει) και τη σύνδεση με τις ρίζες του λογοτεχνικού είδους.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο κινείται και ο Γιώργος Δενδρινός με το νέο του μυθιστόρημα «Πάει η μουστάρδα στην κρεμ μπρουλέ;» (εκδόσεις Μεταίχμιο 2015). Στην πραγματικότητα δεν έχουμε μία νατουραλιστική ή ρεαλιστική καταγραφή της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Αντίθετα, ο ίδιος ο σουρεαλιστικός τίτλος μας προδιαθέτει για την υπερ-ρεαλιστική αποτύπωσή της.

Μέσα από τη μυθοπλασία και την υπερβολή ξεπροβάλλει μία "φυσική" ειρωνεία. Η φυσικότητα στην υπερβολή (που θυμίζει σουρεάλ επιστημονική φαντασία) και η ένταξή της στη φυσιολογική εξέλιξη της πλοκής, προκαλεί γέλιο θίγοντας με παραστατικότητα και ρεαλισμό τα πάθη της ελληνικής κοινωνίας εν μέσω κρίσης.Για τον Δενδρινό ο πόνος της κρίσης και η αντίθεση προς τον ανέμελο και πολυτελή βίο των εύπορων στρωμάτων, που επηρεάστηκαν λίγο, μπορεί να καταγραφεί μόνο ως μια σουρεαλιστική μυθοπλασία. Καμία λογική δεν μπορεί να επιβιώσει σε έναν παράλογο κόσμο.Το γέλιο και η σάτιραδιαπνέουν κάθε σελίδα του βιβλίου. Άλλωστε σε έναν κόσμο γεμάτο γκουρμέ φαγητά, ακόμα και οι άστεγοι αναζητούν νέες γαστριμαργικές απολαύσεις.

Μυθιστορηματικά, η κρίσητονίζεται έμμεσα με τη σύγκριση της ζωής των ανθρώπων του Ψυχικού και των αστέγων που αναζητούν αποφάγια σε κάδους σκουπιδιών. Πρόκειται για δύο διαφορετικούς κόσμους: οι άστεγοι πτυχιούχοι (αποτυχημένοι και πτωχευμένοι γιάπηδες) και οι εύποροι Αθηναίοι, μορφωμένοι και ανικανοποίητοι από όλα που ψάχνουν συνεχώς νέα ενδιαφέροντα.

Σαρκάζει τις καταναλωτικές ψευδαισθήσεις των Ελλήνων και του ρόλου των μίντια προς τη γκουρμέ κουζίνα με τους τηλεσέφ, είναι οι συχνές αναφορές σε μαγειρικές εφευρέσεις και τους περίεργους συνδυασμούς των σεφ. την ώρα που οι άστεγοι αυξάνονται και οι κάδοι σκουπιδιών γίνονται κέντρα σίτισης (ξεχωρίζουν τα 4 κεφάλαια γύρω από την τροφική δηλητηρίαση του άστεγου Τόλη).Στο ίδιο πνεύμα και η σαρκαστική διάθεση του συγγραφέα για το βίο των μεγαλοαστών του Ψυχικού (οι κηδεμόνες της Ματίλντας), η εμμονή για το σεξ στη μέση ηλικία των εύπορων Αθηναίων και σε μία σουρεαλιστική προσέγγιση οι γαστριμαργικές απολαύσεις των πτυχιούχων αστέγων της πρωτεύουσας.

Από τα ζητήματα που δίνονται με τον πλέον κωμικό και καυστικό τρόπο είναι η παρουσίαση της παθογένειας του ανώτατου εκπαιδευτικού συστήματος (ενταφιασμός του πρύτανη, μελέτες και διάσωσης γοργόνων). Χαρακτηριστικές είναι και οι επιστημονικές αναζητήσεις τους, όπως αποκαλύπτουν οι τίτλοι των διδακτορικών μελετών τους και οι άλλες έρευνες (συντακτικό στο τροπάρι της Κασσιανής, επανένταξη κακοποιημένων ανθρώπων από καγκουρό, το κέντρο άμελξης σπέρματος "άμωμος σύλληψη"), που ταυτόχρονα -μέσα από την ειρωνεία και την υπερβολή- τονίζουν και τον μεταπτυχιακό κορεσμό και πληθωρισμό που παρατηρείται στη χώρα, όπως και η υπερβολική και παράλογη εξειδίκευση ορισμένων ΤΕΙ (ιχθυοκομμωτικής κλπ).

Παράλληλα, θέτει και το ζήτημα της απόλυσης δημοσίων υπαλλήλων και των παρενεργειών στο κράτος. Με δηκτικό σαρκασμό "αναλύει" το γερμανικό σχέδιο εκτόξευσης των δημοσίων υπαλλήλων σε τροχιά, ώστε να μειωθεί ο αριθμός τους, της τοποθέτησής -ως ραδιενεργά απόβλητα- στην κοιλάδα του Ρουρ, ειδικά μετά την αποτυχία του ελληνικού σχεδίου για δωρεάν εκδρομές δημόσιων λειτουργών στο Ζάλογγο, ενώ υπάρχουν και σαφείς αναφορές στις τοποθετήσεις πολιτικών για ευθανασία.

Παράλληλα, ο συγγραφέας βρίσκει -ή εφευρίσκει- ευκαιρίες προκειμένου να αναφερθεί στην πολιτική, την κατάντια του ΕΣΥ-ΕΟΠΥΥ, τη βιοτεχνολογία και την ελληνική γραφειοκρατία. Όλα περνούν μέσα από τις χιουμοριστικές δαγκάνες του Δενδρινού, χωρίς να μένει τίποτα ασχολίαστο, όπως το καμποτάζ και ο τουρισμός, οι διαδηλώσεις κατά των μνημονίων, το εμπόριο ιερών λειψάνων και οι κλοπές μετάλλων έως και οι μαϊμού συντάξεις αναπηρίας.

Ο δηκτικός σαρκασμός και η σουρεαλιστική αντιμετώπιση της πραγματικότητας για το Δενδρινό είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να αντιμετωπιστεί ο ελληνικός τραγέλαφος. Δύο διαφορετικοί κόσμοι δίπλα δίπλα εμφανίζονται στην Αθήνα στην εποχή της κρίσης. Δύο κόσμοι ταξικά αντίθετοι, που μέσα από τις αντιθέσεις τους υποδεικνύουν μία εικόνα χάους και γέλιου αντί οδυρμού.

Και ίσως τελικά αυτό το καυστικό γέλιο να είναι εκείνο που χρειαζόμαστε ώστε να αντιμετωπίσουμε την σκληρότητα της εποχής μας.Γιατί σε μια εποχή που άστεγοι και άλλοι πεινούν, είναι παράλογο να ανθούν οι τηλεσέφ ή να αυξάνονται τα εστιατόρια πολυτελείας. Σε μια εποχή που η κοινωνία διαλύεται, η έρευνα δεν μπορεί να στρέφεται (με ό,τι οικονομικούς πόρους απαιτεί) στην επανένταξη κακοποιημένων ανθρώπων από... καγκουρό ή στη διάσωση… μεγαλεξανδρινών γοργόνων.

Δήμος Χλωπτσιούδης

2_-_papadovoudogiorgis

Δώδεκα ψέματα και μια αλήθεια, διηγήματα, Λεωνίδας Βουδογιώργης, εκδόσεις Το Δόντι 2015

Αγοράστε το βιβλίο

Πριν από λίγο καιρό διαβάσαμε το νέο βιβλίο του Λεωνίδα Βουδογιώργη «Δώδεκα ψέματα και μια αλήθεια», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Το δόντι». Πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων με σύγχρονη θεματολογία και με νοσταλγική διάθεση.

Ο συγγραφέας παρουσιάζει τα γεγονότα σαν αληθινά γεγονότα, περισσότερο σαν ιστορίες βγαλμένες από την ίδια του τη ζωή. Δεν αποκλείουμε την περίπτωση να είναι αληθινές ιστορίες, ρετουσαρισμένες λογοτεχνικά έτσι ώστε να διαβάζονται εύκολα κι ευχάριστα.

Μια πρωτοτυπία, που παρατηρήσαμε στο συγκεκριμένο βιβλίο του Λεωνίδα Βουδογιώργη είναι ότι στο τέλος του κάθε διηγήματος υπάρχει μια προεισαγωγή για το επόμενο. Με αυτόν τον τρόπο ο συγγραφέας μας προϊδεάζει για το διήγημα, που ακολουθεί, ενισχύοντας την αγωνία του αναγνώστη για τη συνέχεια.

Όλα τα διηγήματα της συλλογής «Δώδεκα ψέματα και μια αλήθεια» είναι γραμμένα με τρόπο λιτό. Η πλοκή τους έχει ενδιαφέρον και οι ήρωές τους απλοί, καθημερινοί άνθρωποι με προτερήματα και αδυναμίες.

Θα μπορούσαμε να σταματήσουμε σε πολλά διηγήματα και να περιγράψουμε τα αισθήματα, που μας δημιούργησαν, όμως, περισσότερο ξεχωρίσαμε το διήγημα Porto Leone, που είναι φόρος τιμής στον Πειραιά και περιγράφει με απόλυτη ακρίβεια και νοσταλγία το τοπίο.

Πολλές φορές μέσα από τα διηγήματά του ο Λεωνίδας Βουδογιώργης καταφέρνει να μας παρουσιάζει με απλό τρόπο τη φιλοσοφία του για τη ζωή: «Ένα συνταρακτικό ψέμα η ζωή μας και πολλές φορές μια ανούσια αλήθεια!»

Θα κλείσουμε αυτή τη μικρή κριτική προσέγγιση στην συλλογή διηγημάτων του Λεωνίδα Βουδογιώργη «Δώδεκα ψέματα και μια αλήθεια» με μια παρότρυνση προς τον ίδιο τον συγγραφέα με τα δικά του λόγια: Να συνεχίσει να είναι «δράστης και παρατηρητής».

Θεοχάρης Παπαδόπουλος

3_-_katsogavrili

Ίσκρα, μυθιστόρημα, Αγγέλα Γαβρίλη, εκδόσεις Πάπυρος 2015

Για την Αγγέλα Γαβρίλη δεν χρειάζονται συστάσεις. Η πένα της, εξαρχής μαγική, αφυπνίζει το αρχέγονο σε κάθε της συγγραφικό τόλμημα, μεταφέροντας τους αναγνώστες της σε μυστηριακούς τόπους λατρείας και δύναμης. Αυτήν τη φορά, το επιτυγχάνει με το πρώτο της μυθιστόρημα, την «Ίσκρα», η οποία συμπυκνώνει μέσα στην σπίθα της μνήμες από αρχαίες παραδόσεις και παγανιστικές τελετές, κεντώντας τες στην πλοκή της σύγχρονης εποχής.

Η πρωταγωνίστρια της «Ίσκρας» είναι μια γυναίκα-φωτιά, μια Πορφυρή Γυνή της οποίας η πορεία διαγράφεται μέσα από την σκληρότητα των περιστάσεων και των προσώπων που την περιβάλλουν. Μια Λύκαινα, η οποία περνάει δια πυρός και σιδήρου την προσωπική της τελετή περάσματος, μέσα σε μια εικοσαετία αγωνίας και περιπέτειας, και κλείνει την ιστορία της με το σύμβολο του Ουροβόρου: όλα αρχίζουν και τελειώνουν στην αγκαλιά του Δράκου, του άνδρα που υπήρξε η Αρχή και το Τέλος της, και που μέσα στο πέρασμα του χρόνου, την κρίσιμη στιγμή βρισκόταν πάντα Εκεί.

Στις σελίδες της «Ίσκρας», ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα ιδιαίτερα βίαιο κλίμα, διαποτισμένο από την σκοτεινή σεξουαλικότητα και την νοσηρότητα που μπορεί να κρύβει μια ψυχή μέσα της. Ως αναγνώστες, γινόμαστε κοινωνοί μιας εσωτερικής μύησης στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής, ερχόμαστε σε επαφή με το αίμα που πηγάζει από τα έγκατα του λαβυρίνθου και που αναβλύζει σε κάθε σελίδα βάφοντας αυτό το βιβλίο ολοπόρφυρο.

Η Δύναμη που κρύβεται μέσα στα θηλυκά αρχέτυπα και στα τοτέμ, σε κέλτικα μενίρ και σπηλιές, σε βίαιες τελετουργίες που καταλήγουν στον θάνατο, στους τοπικούς θρύλους της Ηπείρου και της Αρκαδίας, διαχέεται ορμητικά μέσα από το χωροχρονικό τούνελ του Σκότους για να καταλήξει στον Μαγικό Κήπο της Αγγέλας Γαβρίλη, αυτής της υπέροχης Ιέρειας των λέξεων, που μας προσφέρει την Φωτιά της, ακόμα μια φορά, προς εξιλέωση των σκοτεινών ενστίκτων μας.

Μαρία Κατσοπούλου
4_-_papagiannistsitswnhs

Χωρίς απόδειξη, διηγήματα, Στάμος Τσιτσώνης, εκδόσεις Κριτική 2015

Η διαφορετικότητα στα 12 σύντομα διηγήματα του μαθηματικού, συγγραφέα και μεταφραστή (με αυτή τη σειρά, όπως τα αναφέρει στο βιογραφικό του) Στάμου Τσιτσώνη, δεν είναι ότι συνδυάζουν μυθοπλασία με την επιστήμη των μαθηματικών. Τέτοιου τύπου βιβλία έχουν γραφτεί κατ’ επανάληψη καθώς η εμπορική επιτυχία των πρώτων μυθιστοριών του είδους ώθησε σε πολλαπλές επαναλήψεις.

Η διαφορετικότητά τους δεν είναι ούτε η δυνατότητα δημιουργίας ενός μαθηματικού σύμπαντος, μιας πραγματικότητας η οποία παρ’ ότι μοιάζει σε πρώτο επίπεδο να περιγράφει τον κόσμο, σε δεύτερο επίπεδο δημιουργεί κόσμο, διευρύνει το οπτικό πεδίο, προσθέτει διαστάσεις στην ήδη υπάρχουσα εμπειρία. Τα διηγήματα του Στάμου Τσιτσώνη διαμορφώνουν μια προσωπική ταυτότητα επειδή κατορθώνουν να κινούνται διαρκώς επάνω σε όρια, σε διαχωριστικές γραμμές.

Ενώ μοιάζουν καθημερινά, μεταμορφώνονται, κινούνται σε μη ρεαλιστικές φόρμες και μπορούν να μπαίνουν και να βγαίνουν από τον κόσμο του παραμυθιού στον κόσμο του ρεαλισμού με ευκολία και άνεση που εκπλήσσει και με τόσο φυσικό τρόπο ώστε ο αναγνώστης να μην ξαφνιάζεται.

Αν κι ίσως χρειαζόταν μια κάπως πιο ενδελεχής επεξεργασία στις ιδέες για να ολοκληρωθούν και να οδηγηθούν σε κλειστό αφηγηματικό αποτέλεσμα, ο «ανοικτός» τρόπος με τον οποίο συχνά είναι γραμμένα τα αφηγήματα αποτελεί μια πρόκληση για ευρύτερες αναγνωστικές αναζητήσεις. Χωρίς να είναι κωμικά, τα διηγήματα περικλείουν ένα κρυμμένο χιούμορ, τόσο στο ύφος όσο και στις καταστάσεις κι ο αναγνώστης θα τα διαβάσει έως το τέλος χαμογελώντας.

Γιάννης Παπαγιάννης

5_-_linardakiantioxou

Εκπνοές, ποίηση, Γιάννης Αντιόχου, εκδόσεις Ίκαρος 2014

Έχουν γραφτεί διθύραμβοι για τη συλλογή «Εκπνοές» του Γιάννη Αντιόχου – το ξέρω επειδή διάβασα τους περισσότερους. Όχι ότι δεν είναι αιτιολογημένοι, όμως κάποιοι περιέχουν εξώφθαλμες υπερβολές. Ο Αντιόχου είναι πράγματι μια χαρακτηριστική φωνή της γενιάς μας, αλλά δεν θα έλεγα ότι είναι η πιο συνειδητοποιημένη. Το να υποστηρίξει κάποιος αυτό, θα πει ότι δεν το έχει ψάξει αρκετά. Είναι επίσης ποιητής με ταλέντο. Γράφει  ποίηση ευαίσθητη και ψαγμένη, που προκύπτει από τη σε βάθος ανάλυση του κόσμου και την ειλικρινή κατανόηση της ανθρώπινης φύσης. Μια κατανόηση που κάποτε βασίζεται στη συμπάθεια και κάποτε στην αντιπάθεια. Γιατί ο ποιητής μοιάζει αναποφάσιστος. Μοιάζει να μην είναι σίγουρος για το αν συμπαθεί ή αντιπαθεί τον κόσμο και την ανθρώπινη φύση και αυτή η αναποφασιστικότητά του τον οδηγεί στο έκδηλο παραλήρημα που αναδίδει σκοτάδι – την πρώτη και βασική ύλη των «Εκπνοών».

Δεν είναι μια πορεία προς τη συγνώμη αυτή η συλλογή, όπως διάβασα αλλού. Τα ποιήματα του τέταρτου μέρους θα μπορούσαν να συνηγορούν σε μια τέτοια άποψη, μόνο όμως αν δεν υπήρχαν τα τρία πρώτα μέρη, τα οποία σηματοδοτούν τη ρήξη του υποκειμένου με τον κόσμο. Ούτε μπορούμε να παραλληλίσουμε αυτά τα ποιήματα του τέταρτου μέρους με μια κάθαρση κατά την αρχαιοελληνική έννοια. Αν υπάρχει κάθαρση, αυτή δεν συνίσταται στο καταλάγιασμα του τόνου ή στο ξεφούσκωμα του ύφους, ούτε καν στη συγνώμη που, μετά από το φρενήρες και αδυσώπητο παραλήρημα που προηγήθηκε, δεν μοιάζει καν αληθινή.

Είναι φανερό ότι το ποιητικό υποκείμενο περιφρονεί βαθιά τον κόσμο και το κάνει αυτό επειδή πονάει, αφού ο κόσμος το πληγώνει διαρκώς. Ακόμη και τις στιγμές που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του πρωτίστως σαν σώμα, τον βλέπει σαν τόπο ανεξιχνίαστων μυστηρίων, ένα σημείο όπου η ηδονή και ο πόνος σμίγουν παράφορα και παράγουν λέξεις ή στίχους, βασανίζοντας και πληγώνοντάς το ασταμάτητα – όταν δεν το γεμίζουν ενοχές.

Δεν έχω διαβάσει τα προηγούμενα βιβλία του Αντιόχου. Αυτό είναι καλό και κακό. Καλό γιατί μου επιτρέπει μια φρέσκια ματιά. Κακό γιατί μου στερεί την επίγνωση της εξέλιξής του σε βάθος χρόνου. Σε κάθε περίπτωση,είναι σαφές ότι η συλλογή είναι αρτιότατητεχνικά. Οι μεταφορές και οι λοιποί μετασχηματισμοί του είναι συμπαγείς και στέρεοι, κάτι που δεν  επιτυγχάνεται εύκολα.  Καταφέρνει μια καλή ισορροπία ανάμεσα στο άγριο και το ωραίο, ανάμεσα στο παράλογο και το λογικό, τη χαρά και την πληγή της. Οι εικόνες που περιγράφει ο ποιητής είναι ανάγλυφες και κάτι παραπάνω, νιώθουμε ότι μπορούμε όχι μόνο να τις ψηλαφήσουμε, αλλά και να τις μυρίσουμε, να τις δούμε, να τις ακούσουμε, να τις γευτούμε – είτε μας αρέσουν είτε όχι.

Άλλωστε η συλλογή δεν είναι μια πρόσκληση προς τον αναγνώστη να τα πράξει όλα αυτά, είναι ένα βίαιο τράβηγμα προς το μέρος του ποιητικού υποκειμένου, το οποίο τον πειθαναγκάζει να κοιτάξει από την κλειδαρότρυπα.  Αυτά που θα δει θα τον ανατριχιάσουν, θα τον προβληματίσουν και θα τον λυπήσουν, αλλά είναι σίγουρο ότι θα θελήσει να τα ξαναδεί.

Χριστίνα Λιναρδάκη
6_-_papadodiamanto

Η άστεγη μέρα, ποίηση, Ιωάννα Διαμαντοπούλου, εκδόσεις Μελάνι 2014

Τον τελευταίο καιρό εκδίδονται πολλές ποιητικές συλλογές και από αυτές, ψάχνουμε να βρούμε ορισμένες, που έχουν κάτι να μας πουν. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η ποιητική συλλογή της Ιωάννας Διαμαντοπούλου «Η Άστεγη μέρα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Μελάνι».

Πρόκειται για μια ποίηση κατανοητή, άλλοτε κοινωνική, άλλοτε ερωτική και άλλοτε υπαρξιακή, μα πάντα με μια θλίψη και μια απογοήτευση για την επανάσταση, που «δεν θα γίνει ούτε σήμερα», που «ανατέθηκε αλλού», που μας υποσχέθηκαν ότι θα την κάνουν άλλοι για λογαριασμό μας και τους εμπιστευθήκαμε για να ανακαλύψουμε ότι μας εξαπάτησαν.

Όμως, παρά τη θλίψη και την μελαγχολία η ελπίδα παραμένει και η Ιωάννα Διαμαντοπούλου μας προτρέπει λέγοντας: «Να μη φοβάσαι. / Ακόμη κι αν είσαι το τελευταίο μοναχικό δέντρο στο λιβάδι», υπενθυμίζοντάς μας τον ηρωικό μηδενισμό του Καζαντζάκη και του Καβάφη.

Την ποιήτρια φαίνεται να την τρομάζει η αποξένωση και η βαρβαρότητα της σύγχρονης κοινωνίας και πολύ εύστοχα γράφει: «Είναι κακόφημη η αλήθεια / κι έχει ένα σκληρό πρόσωπο. / Όταν θέλει να κάνει το τοπίο βάρβαρο, / βάζει ανθρώπους να το κατοικήσουν».

Ο έρωτας για την Ιωάννα Διαμαντοπούλου θέλει προσοχή, έτσι ώστε να μη καταντήσει εγωιστικός και να μη φτάσει να διαπιστώσει πικρά ότι: «Δεν αγαπώ πια. / Ο τελευταίος που αγάπησα πνίγηκε σε κατακλυσμούς αγάπης».

Όλα όσα περιγράψαμε πιο πάνω καλύπτουν περίπου τις μισές σελίδες της συλλογής, γιατί προχωρώντας, δυστυχώς, διαπιστώνουμε ότι τα ποιήματα γίνονται πιο μεγάλα και δυσνόητα. Χάνεται η λιτότητα του στίχου και η άμεση επαφή με τον αναγνώστη.

Κλείνοντας, θα λέγαμε ότι η Ιωάννα Διαμαντοπούλου είναι μια ποιήτρια με ταλέντο, που σίγουρα μπορεί να μας δώσει πολύ περισσότερα.

Θεοχάρης Παπαδόπουλος
7_-_linardakiskouroliakou

Χρώμα αύριο, ποίηση, Μαρία Σκουρολιάκου, Λαμιακός Τύπος 2015

Ήρθε με το ταχυδρομείο. Ένα καλαίσθητο ποιητικό βιβλίο με τίτλο Χρώμα αύριο και τον προσδιορισμό «Λαμία» εκεί που κανονικά θα βρισκόταν το όνομα του εκδοτικού οίκου. Στο ολιγόλογο σημείωμα που το συνόδευε διάβασα μια μικρή απολογία: «Δεν είχα την οικονομική ευχέρεια να το εκδώσω σε εκδοτικό οίκο». Η Μαρία Σκουρολιάκου, που υπογράφει το βιβλίο και το σημείωμα, έχει εκδώσει τρεις ακόμη ποιητικές συλλογές, τη μία από πολύ γνωστές εκδόσεις.

Είναι κρίμα το εκδοτικό σύστημα να δουλεύει μόνο έτσι όπως δουλεύει. Να μη μπορεί κάποιος να εκδώσει χωρίς χρήματα ή έστω με λίγα. Φταίει, βέβαια, και η πληθώρα των «ποιητών». Τι να πρωτοδιαβάσουν και να διαλέξουν οι εκδότες...

Το «Χρώμα αύριο» είναι, κατά τη γνώμη μου,  ένα πολύ καλό ποιητικό βιβλίο – από τα καλύτερα που έχω διαβάσει το τελευταίο διάστημα. Είναι γραμμένο με σεμνότητα και ευγένεια. Η ποιήτρια δεν βρίσκει τον λόγο να εκφραστεί με τρόπο κραυγαλέο ή ενοχλητικό, αδιαφορώντας κατάφωρα για όλους εμάς που διατεινόμαστε ότι υπάρχει μακρά παράδοση σε τέτοιους τρόπους διατύπωσης ή ότι η ποίηση μπορεί να είναι απλώς «ανάπτυξις στίλβοντος ποδηλάτου». Αντίθετα, ολοφάνερα πιστεύει  ότι η ποίηση οφείλει να πει κάτι που θα αγγίξει τον αναγνώστη απαλά, κάτι το οποίο θα μπορέσει να λειτουργήσει παραμυθητικά ή θα του δώσει το περιθώριο να πάρει μιαν ανάσα σε μια εποχή που τα πάντα γύρω ενοχλούν. Μπορεί η ποίηση να λειτουργήσει καταπραϋντικά, ισορροπώντας καλά ανάμεσα στον λυρισμό και τον πραγματισμό; Ναι, μπορεί. Το «Χρώμα αύριο» είναι, στο μεγαλύτερο μέρος του, η απόδειξη:

Στις εσοχές των δρόμων
ντύνομαι υπόστεγα
σκεπάζομαι ντροπή
και λυπημένα βλέμματα.Το αύριο
ψάχνει σε κάδους σκουπιδιών
τον άνθρωπο.

(«Αιμορραγώ»)

Βέβαια, δεν λείπουν στιγμές που η ζυγαριά γέρνει προς έναν άσκοπο λυρισμό:

Έξω, αηδόνια μελωδούν στα ρέματα
κι οι θύμησες ορμούν στου νου τον κάμπο.
Αναμερίζουν την αχλή της λησμονιάς
και ανακαλούν στιγμές αγαπημένες.

(«Με τα μαλλιά πλεγμένα Οδύσσεια»)

Όμως τέτοια ολισθήματα δεν είναι ο κανόνας. Ίσα-ίσα, σβήνουν και χάνονται μέσα στην ισορροπημένη έκφραση που είναι χαρακτηριστική της συλλογής.Το βιβλίο περιλαμβάνει και μια ενότητα που τιτλοφορείται «Μωβ». Η ενότητα αυτή είναι ένας θρήνος για τους κοντινούς ανθρώπους της ποιήτριας που έχουν φύγει από τη ζωή – αν και ολόκληρο το βιβλίο είναι ούτως ή άλλως αφιερωμένο στη μνήμη του αδελφού της. Ορισμένα ποιήματα-κείμενα της ενότητας είναι συγκινητικά. Αναφέρω ενδεικτικά το «Εξ αίματος» απ’ όπου και οι επόμενες γραμμές:

Σώμα της φρίκης. Σου ζητούσαμε υπομονή. Οι άσχετοι, οι ξένοι της οδύνης. Σώπα, έρχεται το παυσίπονο./Στη  νοηματική σχεδόν μιλούσαμε. Μετρούσαμε ώρες και έφευγες, όλο έφευγες. Χορτάτος από διάφανα μπουκάλια κάλιο, νάτριο, υποκατάστατα ζωής και πλάσμα, άχρηστο πια./Θα μισήσω το λευκό. Τα σεντόνια, τις μπλούζες που δεν εύρισκαν φλέβα και πόναγες.

Ακολουθεί, λίγο πριν το τέλος, άλλη μια ενότητα με τον τίτλο «Ψηφίδες», η οποία περιλαμβάνει αποφθέγματα, σκόρπιες σκέψεις και στίχους. Η συμπερίληψή της στο βιβλίο με βρίσκει εντελώς αντίθετη. Μια ποιητική συλλογή είναι αποτέλεσμα της σκηνοθετικής ικανότητας και προσπάθειας του ποιητή και όχι βιτρίνα που επιτάσσει ή δικαιολογεί -έστω- τον δειγματισμό της τέχνης του. Αυτή η ενότητα είναι, κατά τη γνώμη μου, η  κυριότερη αδυναμία του βιβλίου. Αλλά, συνολικά, δεν έχει πολλές.

Ακόμη και από τα λιγοστά αποσπάσματα που παρατέθηκαν παραπάνω, γίνεται -πιστεύω- σαφές ότι η Μαρία Σκουρολιάκου δεν γράφει με τον όλο νεύρο τρόπο που μας έχουν συνηθίσει οι νεότεροί της ηλικιακά ποιητές. Ακόμη και τις φορές που στα ποιήματά της είναι θυμωμένη, διαχειρίζεται τον θυμό της με μια παλαιού τύπου αστική ευγένεια που δεν της επιτρέπει να τον δείξει με τρόπο που θα έκανε τον αναγνώστη να νιώσει άβολα. Επίσης, είναι εμφανώς ερωτευμένη με τις λέξεις και τους ήχους τους, γι’ αυτό επιδιώκει την καλλιέπεια, κάτι που δεν συγκαταλέγεται συνήθως στους στόχους των νεότερων ποιητών. Όμως γράφει γνήσια, απλά και ωραία. Θα σας παρότρυνα να αναζητήσετε το βιβλίο της, αλλά δυστυχώς δεν θα το βρείτε. Μολονότι έχει ISBN, θα μπορούσε δηλαδή να διακινηθεί εντός εμπορίου, στην πράξη δεν μπορεί να διακινηθεί καθόλου, αφού έχει εκδοθεί στη Λαμία και είναι πολύ δύσκολο να φθάσει στα ράφια των αθηναϊκών βιβλιοπωλείων. Αλλά μήπως και να έφθανε μέχρι εκεί, θα κατάφερνε να ξεχωρίσει μες στην πληθώρα; Δύσκολα, πολύ δύσκολα...

ΥΓ. Αν, παρόλα αυτά, σας κίνησα το ενδιαφέρον, δοκιμάστε να επικοινωνήσετε με την ίδια την ποιήτρια: Μαρία Σκουρολιάκου, 35002 Αμφίκλεια, Φθιώτιδα.

Χριστίνα Λιναρδάκη
8_-_paspalifournarou

Microαστές, μυθιστόρημα, Ελένη Φουρνάρου, εκδόσεις Vakxikon.gr 2015

Πάντοτε θεωρούσα δύσκολο το ρόλο των ανθρώπων που τους είχε δοθεί η ευκαιρία να παρουσιάσουν ένα βιβλίο. Είναι εξαιρετική πρόκληση να κρατήσεις το ενδιαφέρον του κόσμου περιγράφοντας κάτι που δεν έχει διαβάσει. Αναγνωρίζεις το ίδιο πάθος στον γράφοντα με τον ανθρώπο που διηγείται όσα ονειρεύτηκε το βράδυ, με τόση ένταση και πλήθος συναίσθηματων απέναντι στον αναγνώστη. Στον αναγνώστη, που γνωρίζει πως τίποτα από όλα αυτά δε συνέβησαν στα αλήθεια (ή τα πάντα θα προσέθετα εγώ) και πως ο μικρόκοσμος του ονείρου είναι ένας κόσμος που δεν πρόκειται ποτέ ο ίδιος να επισκεφτεί. Άρα δεν τον αφορά! Εδώ λοιπον έγκειται και η διαφορα με τις Microαστές. Ειμαι σίγουρη πως μετά από λίγες μέρες όλοι "θα έχουμε δει το ίδιο όνειρο". Ως ψυχολόγος, λοιπόν, αντιστρέφοντας το χρόνο θα ξεκινήσω από την ανάλυση του ονείρου που σύντομα θα δείτε.

Πρώτα απ' όλα θα σας υπογραμμίσω ότι με την ανάγνωση του βιβλίου αυτού δεν περιδιαβαίνουμε μια απλή ιστορία ή μια αφήγηση. Ή αν προτιμάτε δεν διαβάζουμε απλώς ένα μυθιστόρημα που έχει μια καλοδομημένη πλοκή. Τουναντίον, η συγγραφέας φρόντισε ώστε όλα «εκείνα» που μας διαπερνούν, καθώς διαβάζουμε, να μας δημιουργούν εικόνες και «φαντασιακά», οι ήρωες μας να μετατρέπονται σε συνοδοιπόρους εμπλουτίζοντας σταδιακά αυτό που συνήθως αποκαλούμε ασυνείδητο. Αυτό, βέβαια έχει να κάνει και με την παγιωμένη κοινή πεποίθηση ότι όλοι όσοι διαβάζουν πολύ, είναι και πιο ευαίσθητοι, διαθέτουν μια ευρεία ικανότητα πρόσληψης ιδεών και ανάλυσης, και ιδίως είναι άτομα με αναπτυγμένο επίπεδο ενσυναίσθησης.

Από τη δική μου οπτική, θα έλεγα ότι αυτό συμβαίνει διότι όταν κάποιος διαβάζει πολλά βιβλία χωρίς να έχει εξαρχής και συνειδητά κάποια επίγνωση για αυτό που διαβάζει, οδηγείται τελικά μέσα από την ταύτιση με τους ήρωες, να διακινεί, να περιφέρει, να εκθέτει το ασυνείδητο του στους ήρωες, το οποίο είναι η πηγή των συναισθημάτων μας, των επιθυμιών μας, των αναγκών μας, των φαντασιώσεων μας, των απωθημένων συναισθηματικών εμπειριών μας και πηγαία και όλων των εσωτερικών συγκρούσεων μας. Ένα λογοτεχνικό έργο που είναι γραμμένο με χιούμορ και αυτοσαρκασμό μας επιτρέπει σε μεγαλύτερο βαθμό να μην υψώσουμε άμυνες και αντιστάσεις, οι οποίες συνήθως προκαλούνται από τους φόβους μας στο να εισπράξουμε όλα «εκείνα» που μπορεί να πραγματεύεται. Χωρίς να έχουμε επίγνωση μέσα απο ταυτίσεις, διακινείται το ασυνειδητο μας που είναι τελικά η πηγή των συναισθημάτων, των συγκρούσεων, των αναγκών μας

Με άλλα λόγια, είναι όλα αυτά που βασικά μας απασχολούν: είναι οι ανάγκες μας, οι επιθυμίες μας, οι ματαιοδοξίες που νιώθουμε, οι απώλειες και οι αποχωρισμοί που έχουμε βιώσει ή βιώνουμε. Όπως επίσης, μας λέει η ψυχανάλυση, παρόλο που τα ζητήματα μας είναι κοινά, τίποτα παράλληλα δεν είναι κοινό και για κανέναν. Ο καθένας μας είναι διαφορετικός, μοναδικός και αναντικατάστατος. Ο κάθε άνθρωπος ανάλογα με την προσωπικότητα του, η οποία σε ένα μεγάλο μέρος της, έχει καθοριστεί από τα πρώτα βασικά χρόνια της ζωής του, διαχειρίζεται τα διάφορα ζητήματα που του προκύπτουν «από μέσα του» και με έναν ιδιαίτερο/μοναδικό τρόπο, που κυρίως πηγάζει από τα άγχη-φόβους, τις καθηλώσεις και τις εσωτερικές αναπαραστάσεις των βασικών αντικειμένων-προσώπων της παιδικής ηλικίας.

Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία του Σίγκμουντ Φρόυντ, οι αμυντικοί μηχανισμοί είναι αυτόματες πράξεις ή τεχνικές που εκτελούνται ασυνείδητα για την αντιμετώπιση στρεσογόνων καταστάσεων και ερεθισμάτων που δεν μπορούμε να διαχειριστούμε ψυχολογικά.

Οι αμυντικοί μηχανισμοί είναι πάρα πολλοί, και δεν χρησιμοποιούνται όλοι από όλους. Συνήθως, αυτοί που χρησιμοποιούν λιγότερους ή αυτούς που ονομάζονται «ώριμοι μηχανισμοί άμυνας» (όπως το χιούμορ, ο αλτρουισμός, η μόνωση του συναισθήματος κ.λπ.), αντί των «ανώριμων μηχανισμών άμυνας» (όπως η άρνηση) έχουν πίσω τους μια πιο φυσιολογική παιδική ηλικία, μια καλύτερη επεξεργασία και λύση των παιδικών βιωμάτων.

Λέει ο σύζυγος στην σύζυγο: -Αγάπη μου, πρέπει να κάνουμε οικονομία, από αύριο θα αρχίσεις να προσπαθείς να μαγειρεύεις καλύτερα για να διώξουμε τη μαγείρισσα, πώς σου φαίνεται; -Λοιπόν και εσύ θα αρχίσεις να προσπαθείς να βελτιώσεις τις επιδόσεις σου στο σεξ για να διώξουμε τον κηπουρό, πώς σου φαίνεται;

Το χιούμορ, ο μηχανισμός αυτός επιτρέπει την έκφραση βασικά αγχογόνων συναισθημάτων και ιδεών χωρίς την πρόκληση άγχους (τόσο στο άτομο που τον χρησιμοποιεί όσο και στους άλλους που συμμετέχουν) εστιάζοντας στην αστεία ή ειρωνική πλευρά τους. Έτσι απαγορευμένες επιθυμίες μπορούν να εκφρασθούν με μορφή αστείου και να μην εκδραματισθούν.

Ένα άλλο, αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι ότι οι τρεις βασικές πρωταγωνίστριες του, όντας διαφορετική προσωπικότητα η καθεμιά, συνδέονται με μια βασικά στενή και έντιμη σχέση φιλίας, αντιμετωπίζοντας και οι τρεις μέσα από μια από διαφορετική οπτική, τα ίδια βασικά ζητήματα ζωής που λίγο πολύ απασχολούν όλους μας. Αυτό αποτελεί και ένα ζωτικής σημασίας εύρημα το όποιο μας δείχνει, αφενός, τη διαφορετική οπτική των ατόμων εξαιτίας ακριβώς της προσωπικότητας τους και αφετέρου, την από κοινού αντιμετώπιση βασικών ζητημάτων της ζωής που λίγο πολύ απασχολούν όλους μας. Γιατί μέσα από τις εμπειρίες της ζωής, τις όποιες δυνατότητες έχουμε για να εξελιχθούμε και πέρα από τις νομοτέλειες της ψυχανάλυσης, τελικά αυτό που αγωνιζόμαστε όλοι μας να πετύχουμε είναι να συμφιλιωθούμε με την ίδια τη ζωή.

Αλλά πως θα μπορούσαμε να περιγράφαμε τις τρεις αυτές χάριτες; Μονολεκτικά για κάθε μια θα λέγαμε: την οιστριονική Ιωάννα, την ψυχαναγκαστική Δέσποινα και τη φαλλική Κάτια. Τρεις γυναίκες με διαφορετική δομή προσωπικότητας/χαρακτήρα που ορίζει και τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται, σκέφτονται, αισθάνονται, λειτουργούν και χειρίζονται τις διάφορες καταστάσεις της ζωής τους.

Οι οιστριονικοί, χαρακτηρίζονται συνήθως από μια έντονη έκφραση συναισθημάτων αλλά ταυτόχρονα χωρίς βάθος. Σκοπός τους ειναι η προσέλκυση της προσοχής και γνωρίζουν καλά την τέχνη της σαγήνης. Παρασύρονται από το συναίσθημα τους, στοιχείο που τους κάνει να φαίνονται ότι δεν είναι σταθεροί αλλά ταυτόχρονα καταφέρνουν να ξεπερνούν τις δυσκολίες και πενθούν πιο ανώδυνα. Για αυτό και η Ιωάννα είναι πιο ευέλικτη, στοιχείο που το επιτρέπει και η προσωπική της ευελιξία.

Απόσπασμα: "Όλοι με κοιτάνε. Άντρες-γυναίκες" ανακοινώνω στα κορίτσια την Κυριακή που πίνουμε καφέ σπιτι μου. "Φυσικα σε κοιτάνε" μου απαντάει η ξακουστή σερβιτόρα "αφου στέκεσαι ακριβως στο πέρασμα με τις ποδάρες απλωμένες στον στύλο".

Αντίθετα, οι πιο ψυχαναγκαστικοί τύποι, όπως η Δέσποινα, φροντίζουν πιο πολύ το μικρόκοσμο τους. Επιδιώκουν τη σταθερότητα και την ασφάλεια, την οποία πετυχαίνουν μέσα από την καθημερινή οργάνωση των πράξεων τους, δηλαδή τους καταναγκασμούς τους. Είναι άτομα ευσυνείδητα, τακτικά πειθαρχημένα και αφάνταστα επίμονα ακόμα και σε υπερβολικά αντίξοες συνθήκες. Δίνουν μεγάλη έμφαση στον έλεγχο του εαυτού τους σε όλα τα επίπεδα, ο οποίος έλεγχος είναι γι αυτά ταυτόσημος της ηθικής ορθότητας.

Απόσπασμα: "Η Δέσποινα δεν είχε γνωρίσει άλλον άντρα στη ζωή της. Πιστή και ακλόνητη στις αρχές της. Την κοροϊδεύαμε γιατί είχε εμμονή με την καθαριότητα. Και η Δεσποινούλα φρικάρισε. Από την ανία, από τη στέρηση, από το γεγονός ότι έγινε πρώτα σύζυγος και μάνα πριν γίνει επι της ουσίας άνθρωπος".

Η σημερινή δυτική κοινωνία αποτελεί αναμφισβήτητα τον προμαχώνα της συγκεκριμένης χαρακτηρολογικής δομής, καθώς στις περισσότερες εκφάνσεις της εξαίρει τον ατομικισμό, την προσωπική επιτυχία μέσω της ακατάπαυστης δράσης και την ορθολογιστική σκέψη εις βάρος των συναισθημάτων, των αισθήσεων, της διαίσθησης, της ονειροπόλησης και της δημιουργικής καλλιτεχνίας.

"Ειμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας κι ο γιος μου το ανταλλακτικό. Θα 'ν' εντάξει μια ζωή στη δούλεψη σας είναι από άριστο υλικό" Ελένη Βιτάλη.

Τέλος, οι φαλλικοί τύποι κάνουν συνήθως τις ανατροπές, είναι μεγάλοι ηγέτες και αγωνίζονται κυρίως για τα ιδεώδη. Η Κάτια είναι φαλλική με την έννοια και της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Όλοι οι μεγάλοι ηγέτες ήταν φαλλικοί τύποι, ο Μάο τσε Τουνγκ, ο Κλίντον, ο Φιντέλ Κάστρο κ.α. Έχουν ανάγκη να επιδείξουν τη δύναμη τους, δηλαδή το φαλλό τους.  Η Κάτια είναι φαλλική με την έννοια ότι έχει διάφορους συντρόφους και εστιάζει κυρίως στο σεξ, αλλά ταυτόχρονα προσκολλάται και σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία.

"Θα κολλήσει δυο-τρεις ανακοίνωσεις στη νομική και το Πολυτεχνείο και θα διαλέξει εναν εμφανίσιμο νεαρό ψιλόκουλτουριάρη άντρα εννοείται, γιατι στα βιβλιοπωλεία μονο γυναίκες μπαίνουν. Άμα του δινει το βασικό μισθό και καλα δεκαριά ένσημα το μήνα του χαρίζει και κανενα ληγμένο δοκίμιο θα τον εχει σκλάβο για πάντα"

Μέσα από το βιβλίο μπορούμε να καταλάβουμε ότι αυτά τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας δεν εξαντλούνται δεν περιορίζονται και περιχαρακώνονται μόνο στις σχέσεις, στον έρωτα και το σεξ αλλά καθορίζουν και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και αντιμετωπίζουμε τα ευρύτερα ζητήματα της ζωής μας. Επίσης και ως ένα βαθμό καθορίζουν την ιδεολογία μας και το βαθμό προσκόλλησης μας σε αυτή. Τις πολιτικές μας απόψεις, την αγωνιστικότητα μας, την επιμονή μας στους στόχους, την ελαφρότητα ή τη βαρύτητα του είναι. Οι ηρωίδες κατορθώνουν μια υπέρβαση μέσα στα πλαίσια της δικής τους, μοναδικής, προσωπικότητας.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι το βιβλίο αυτό πραγματεύεται τη ζωή μέσα στην ατμόσφαιρα του ελληνικού καλοκαιριού του οίστρου (εξού και οιστριονικό), που χαρακτηρίζει το μεσογειακό Νότο και την Ελλάδα σε αντίθεση με τον βαρύ καταθλιπτικό Προτεσταντισμό του Βορρά. Αλλά για μια στιγμή ας αναλογισθούμε: το στοιχείο αυτό, παράλληλα με το χιούμορ και τον σαρκασμό της Ιωάννας (της αφηγήτριας) παρεμποδίζει την παράθεση οικουμενικών ή πανανθρώπινων, αν προτιμάτε, βασικών, αλλά και ταυτόχρονα κοινών ζητημάτων που απασχολούν όλους μας: τις ανάγκες μας, τις σχέσεις, τις ματαιώσεις και τις απώλειες, κλ.π.? Νομίζω πως όχι. Τουναντίον, αυτή ακριβώς είναι η δύναμη του χιούμορ και του αυτοσαρκασμού. Στο ότι μας καταλαμβάνει εξ' απροόπτου και μας διακινεί όλα εκείνα τα ζητήματα που λίγο πολύ αφορούν όλους μας, χωρίς να προλαβαίνουμε να υψώσουμε τις άμυνες και τις αντιστάσεις μας.

Στο άκουσμα της λέξης "απώλεια", συνήθως ο νους μας "τρέχει" στην απώλεια σημαντικών ανθρώπων εξαιτίας  θανάτου, ή χωρισμού, απώλεια υγείας, περιουσίας, εργασίας και στις μέρες μας του ευρώ.

Δεν είναι ομως μονο αυτές οι απωλειες αλλά και η απώλεια της ίδιας μας της νιότης, σωματικής και ψυχολογικής με την απώλεια των ψευδαισθήσεων που τη συνοδεύουν, όπως πολυ χαραχτηριστικά περιγράφεται στο βιβλίο.

"Η κρίση των σαράντα δεν είναι εφεύρεση των επιτήδειων ψυχολόγων, ούτε των λάιφ σταιλ περιοδικών, σας το ορκίζομαι. Παραμονεύει χαιρέκακα να νιώσει πως το ξέχασες, καιροφυλακτεί να σε πιάσει αφηρημένο. Και σε χτυπάει αλύπητα. Εκεί που δεν το περιμένεις. Και σου θυμίζει μονομιάς όλα αυτά που έτρεχες να προλάβεις. Και δεν πρόλαβες γιατί δεν βρήκες το χρόνο. Δε θα γίνεις ποτέ πρίμα μπαλαρίνα, ολυμπιονίκης στο έπταθλο, πυρηνικός επιστήμονας, αστροναύτης, ούτε καν προπονητής του Παναργειακού. Ή δεν θα κάνεις τέσσερα ξανθά, στρουμπουλά μωρά που να τρέχουν μέσα σ' ένα μαγευτικό κήπο με συντριβάνια. Ή δεν θα αλλάξεις τον κόσμο, στην πραγματικότητα δε θα τον αλλάξει κανείς, τα ίδια σκατά είναι από την ημέρα που τον πρωτογνώρισες, μη σου πω και χειρότερα. Ένα σωρό τέτοια ή που δεν θα πρόλαβεις ποτέ να ζήσεις. Γιατί η μέση σου πια πονάει όταν σηκώνεις τα χάλια, η κοιλιά σου πρήζεται αν φας πολλούς υδατάνθρακες και η εμμηνόπαυση έρχεται τρέχοντας. Τα σαράντα σου σκάνε στη μούρη κωμικά, σαν τούρτα απο το υπερπέραν".

Αλλά και η απώλεια της ίδιας μας της νιότης, σωματικής και ψυχολογικής με την απώλεια των ψευδαισθήσεων που τη συνοδεύουν.

Η πρώτη επίγευση που μου αποτυπώθηκε ήταν αφενός η ισχυρή δόση συμβολισμού στα μηνύματα και στους ανθρώπινους χαρακτήρες, και αφετέρου, ιδίως το διακριτό «άρωμα γυναίκας» που αποπνέει.

Η συγγραφέας μέσα από τη γραφίδα της δεν αξιώνει απλά, αλλά καταφέρνει περίτεχνα να μας μεταφέρει στον περίπλοκο και συχνά αντιφατικό κόσμο των γυναικών, παίζοντας με μια υπέρμετρη ακατασχετολογία, όπου οι συμπυκνωμένες φράσεις και τα νοήματα του μεταφέρονται μέσα σε μια, εκ πρώτης αναγνώσεως, επιφανειακή και ανάλαφρη ατμόσφαιρα. Στον κόσμο των γυναικών το ενδιαφέρον είναι ότι οι καταστάσεις και οι πράξεις αξιολογούνται και ερμηνεύονται με βάση κυρίως τις συναισθηματικές ανάγκες και τη διάσταση του χρόνου. Τα συναισθήματα μπορεί να βιώνονται με μια ιδιαίτερη ένταση στο εδώ και τώρα, αλλά ταυτόχρονα, όταν ανακαλούνται αναμνηστικά, μας δείχνουν την αδυσώπητα επουλωτική λειτουργία του χρόνου.

Αυτή η διαφορετικότητα των χαρακτήρων των βασικών ηρωΐδων, είναι που τις κάνει να μην είναι ανταγωνιστικές, (γιατί άλλωστε δεν έχουν τα ίδια αντικείμενα πόθου π.χ. τους αρέσει διαφορετικός τύπος ανδρών), αλλά να εμπλουτίζονται περισσότερο εσωτερικά οι ίδιες μέσα από τις σχέσεις τους και τελικά να έχουν μια στενή και έντιμη φιλία που αποτελεί ίσως και το πιο βασικό νόημα. Το γεγονός ότι ο βασικός πυρήνας της παρέας είναι οι τρεις φίλες επιτρέπει ακόμη σε μεγαλύτερο βαθμό τη διάχυση μεταξύ τους πολλαπλών και διαφορετικών σκέψεων, ιδεών και συναισθημάτων, αποτρέποντας το σχηματισμό κλειστών δυαδικών σχέσεων. Στην επιστήμη της ψυχολογίας η ανάγκη αποκλειστικής σχέσης μπορεί να ανάγεται σε ένα πιο πρώιμο ψυχο-εξελικτικό στάδιο. Ωστόσο οι βασικές προσωπικότητες-ήρωες φέρουν μπροστά από οποιοδήποτε ρόλο ή θέση πάντα το θετικό πρόσημο. "Πώς οι σοφές φίλες σου έρχονται να φωτίσουν τη μίζερη ζωή σου".

Έτσι, λοιπόν, με τον συγκεκριμένο τρόπο και τη μορφή της αφήγησης αποδίδεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η γυναικεία φύση. Ειδικότερα, όμως, αποδίδεται έξοχα και η πολυθεματικότητα, αυτή ακριβώς η άλλη εκδοχή του multitasking που χαρακτηρίζει τις γυναίκες. Τα διαφορετικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας των τριών γυναικών δείχνουν ακριβώς όλους εκείνους τους διαφορετικούς χρωματισμούς προσωπικότητας που μπορεί να υπάρχουν και μάλλον υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το φύλο τους.

Στο σημείο αυτό, ολοκληρώνοντας ας ξεκινήσω με μια προειδοποίηση – επισήμανση για το μοναδικό «ψεγάδι» που διαπερνά όλο το βιβλίο: Μην σας παρασύρει η γόνιμη γραφίδα, ο γλαφυρός λόγος της συγγραφέως και αμελήσετε τη σκέψη και την κριτική ματιά. Αυτή μας τα λέει, δουλειά δική μας είναι να σκεφθούμε και όχι αυτή για μας, ότι είναι και οιστριονική η Ιωάννα!

Άσπα Πασπάλη