Top menu

Περιεχόμενα Τεύχους 29

Η ποίηση είναι αγγελική και άρα άφυλη

xlwptsioudis29.jpg
Γράφει ο Δήμος ΧλωπτσιούδηςΣτη Γαλλία κατά τη δεκαετία του ’70 ξεκινά μία θεωρητική αναζήτηση από τους καλλιτεχνικούς κύκλους της εποχής σχετικά με τη "γυναικεία γραφή". Στην Ελλάδα ο διάλογος αυτός φτάνει -με σχετική καθυστέρηση- τη δεκαετία του ’80 και αποτέλεσε αντικείμενο έντονης λογοτεχνικής ενασχόλησης κατά τη δεκαετία του ’90. Εργαστήρια -γυναικείας- δημιουργικής γραφής στόχευαν στη παραγωγή κειμένων με σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως "ενδυνάμωση του εαυτού" και του φύλου(1).
Επιλέχθηκε ο όρος "γυναικεία ποίηση" για να εκφραστεί ως τάση το ποιητικό περιεχόμενο της γυναικείας καταπίεσης, η ποίηση των έμφυλων διακρίσεων. Εξέφραζε τη γενική εμπειρία ζωής πολλών γυναικών, μια εμπειρία καταπίεσης και αποσιώπησης των δικαιωμάτων τους για πολλούς αιώνες(2). Η Παπαδάκη θεωρούσε ότι η γυναικεία ποίηση ξεπηδά σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία ως μία μορφή αντίστασης. Εκτιμούσε ότι η γυναικεία γραφή έχει εξαγνιστικό χαρακτήρα.  «…Οργανώνοντας σε ποιητική ύλη αυτά τα ιδιότυπα άλγη, η γυναίκα μέσα από μια εσώτατη αυτογνωσία καταργεί όλα της τα στερεότυπα. Πρόκειται για μια επεξεργασία προσωπικής κάθαρσης παθών, από ένα ψυχοσωματικό ον, που παρατηρεί με τρόπο διαφορετικό, όχι τόσο μέσα από τη βιολογική του διαφορά, όσο μέσα από τους κοινωνικούς περιορισμούς της φυλετικής του υποταγής…»(3)

Ωστόσο, θα διαφωνήσουμε με τον όρο "γυναικεία ποίηση" υπό την έννοια ότι στην τέχνη δεν υπάρχουν ρεύματα που ορίζονται από το φύλο (με την κοινωνική κι όχι τη βιολογική διάσταση του όρου). Η Τέχνη συνολικά διαμορφώνεται από τα ρεύματα που πηγάζουν από τις ίδιες τις κοινωνικές εξελίξεις. Οι τάσεις/ρεύματα είναι η άλλη -διαχρονικά- μορφή διαλόγου στην Τέχνη και τούτο δε διακρίνεται σε φύλα.
Το φύλο βέβαια -ως κοινωνική ταυτότητα- διαμορφώνει καθοριστικά την αυτοαντίληψη του ατόμου και τον τρόπο που ερμηνεύει το κοινωνικό σύνολο(4). Τούτο όμως δεν το καθιστά μία ιδιαίτερη καλλιτεχνική μονάδα. Άλλωστε, η Simone de Beauvoir αρνούνταν οποιαδήποτε "γυναικεία γλώσσα" και δεν τη διαχώριζε από την "ανδρική". Το πρόβλημα και για τα δύο φύλα είναι η κυρίαρχη αστική ιδεολογία που καταπιέζει και τα δύο φύλα(5).
Η διάκριση ψυχής και έκφρασης που πρότειναν ορισμένοι μελετητές ανάγεται σε μια παραδοσιακή -ιδεαλιστική και ρομαντική- αντίληψη πως η γλώσσα μπορεί να αποσυνδεθεί από το υποκείμενό της. Ο άνθρωπος έτσι νοείται ως προγλωσσική οντότητα και η γλώσσα ως απλό όργανο ή  κόσμημα της σκέψης του. Αυτή την προσέγγιση όμως την έχει απορρίψει ριζικά η σύγχρονη γλωσσολογία κατά την οποία το ανθρώπινο υποκείμενο παύει να προηγείται της γλώσσας και να την κηδεμονεύει· αντίθετα  ορίζεται και προσδιορίζεται από τις γλωσσικές συμβάσεις. Η γλώσσα δεν είναι δυνατό ν’ αποχωριστεί  από την ψυχή, τη σκέψη, την έκφραση του, γιατί απλούστατα είναι σύμφυτη μαζί τους(6).
Όπως άλλωστε σημειώνει η Παμπούδη(7) παραφράζοντας την Αγία Γραφή «και ο άνθρωπος εποίησε την ποίηση κατ' εικόνα και ομοίωσιν αυτού, άρρεν και θήλυ εποίησεν αυτήν»…  Η ποίηση, ελπίζω, εξακολουθεί να υπάρχει πάνω από τις θεολογικές έριδες περί της φύσεως της...
Στην ουσία η "γυναικεία ποίηση" αποτέλεσε ένα διάλογο με δημοσιογραφικούς κυρίως όρους και λιγότερους με τη βαρύτητα της κριτικής της λογοτεχνίας ή στο πλαίσιο ενός επιστημονικού/φιλολογικού διαλόγου. Και τούτο, ειδικά όταν το φύλο δεν μοιάζει στην ελληνική εκδοχή της συζήτησης, να επηρεάζει την έκδοση ή την ποιητική αρτιότητα. Άλλωστε, η "γυναικεία ποίηση" δεν έχει να κάνει με τη μειονοτική παρουσία των ποιητριών. Οι σαφώς λιγότερες εκδόσεις ποιητριών, αποτελούν θέμα όχι της Ποίησης (αφού παρατηρείται σε όλες τις μορφές της Τέχνης, αλλά όχι στην πεζογραφία), αλλά του κοινωνικού ρόλου των γυναικών γενικότερα και της ελευθερίας τους να εκφράζονται καλλιτεχνικά όσο οι άνδρες. Τουλάχιστον στη χώρα μας, μέχρι τα τέλη του προηγούμενου αιώνα.

Ο ποιητικός λόγος δεν αποτελεί θέμα φύλου. Όχι περισσότερο από άλλες εκφάνσεις της κοινωνικής και καλλιτεχνικής ζωής. Και σίγουρα δεν κάνουμε λόγο για γυναικεία ζωγραφική, γλυπτική ή γυναικείο θέατρο. Αν δεχτούμε τον όρο γυναικεία ποίηση, θα πρέπει αυτομάτως να δεχτούμε μία γυναικεία λογοτεχνία ή μία γυναικεία τέχνη (ζωγραφική, γλυπτική, φωτογραφία). Η Τέχνη όμως δεν αποτελεί αυθαίρετες διακρίσεις. Παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις στα μέσα και τις τεχνικές των μορφών της, η Τέχνη ως ενιαία οντότητα, δε γνωρίζει φύλα. Η έμφυλη ταυτότητα του ποιητή δε διαμορφώνει ένα καλλιτεχνικό ή ποιητικό ρεύμα ούτε τον εντάσσει de facto σε ένα τέτοιο.
Όπως ακριβώς ακυρώθηκε με τον καιρό ο όρος "στρατευμένη ποίηση", που αναφερόταν αποκλειστικά στην αριστερή ποιητική, αλλά χωρίς να υπάρχει κάποιος όρος για την πολιτική ποίηση του Σεφέρη ή του Ελύτη, έτσι και η "γυναικεία ποίηση" αποτέλεσε ένα διαχωρισμό τεχνητό και άρα αυθαίρετο.
Αντίθετα, κατά τη γνώμη μας τούτη θα μπορούσε να ενταχθεί σε άλλες λογοτεχνικές τάσεις που γνώρισε η Ποίηση μεταπολεμικά: πολιτική ποίηση (ανάλογα την εποχή και την ακρίβεια του ποιητικού μηνύματος), ποίηση καταπίεσης (αφροαμερικανή συνήθως), εμιγκρέδικη (ποίηση μεταναστών στις ΗΠΑ και την Αυστραλία κυρίως), κοινωνική.
Η ένταξη των γυναικείων προβληματισμών αναφορικά με την έμφυλη ανισότητα δεν την καθιστά αυτομάτως ξεχωριστό ρεύμα. Ειδικά μάλιστα αν δούμε το ζήτημα διαχρονικά θα παρατηρήσουμε ότι τέτοια ζητήματα μπαίνουν στην ποίηση (και την τέχνη) σε διαφορετικές γενιές, κάτι που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τη διάκριση μιας κάποιας "γυναικείας τέχνης". Και θα λέγαμε ότι ακόμα και τα ζητήματα ισότητας στην ελληνική τέχνη δεν αποτελούν κάποιο ξεχωριστό κεφάλαιο αφού οι σχετικές δημιουργίες είναι πολύ λίγες συγκριτικά με άλλες κοινωνικές θεματικές.
Και τούτο φυσικά έχει να κάνει τόσο με τον αριθμό των γυναικών που εισέρχονται στον ποιητικό χώρο (πολύ λίγες μέχρι τις αρχές της χιλιετίες) όσο και με τη στάση της κοινωνίας απέναντι στις γυναίκες.  Άλλωστε, στην Ελλάδα δεν αναπτύχθηκε ένα αυτόνομο φεμινιστικό κίνημα, με διάρκεια και κοινωνικό ακτιβισμό(8) ώστε να τροφοδοτήσει μία ποιητική τάση για τις έμφυλες διακρίσεις (χωρίς να μειώνουμε τη σημασία των λίγων σχετικών έργων από αξιόλογες ποιήτριες), όπως έγινε με την πολιτική ή την υπαρξιακή ποίηση που ξεπήδησαν μέσα από τις πολιτικές αναταραχές ή τις εμπειρίες των πολέμων και της προσφυγιάς. Αντίθετα, στη Γαλλία και τις ΗΠΑ είμαστε υποχρεωμένοι κριτικά και φιλολογικά να κάνουμε λόγο για φεμινιστική λογοτεχνία και ποίηση στο πλαίσιο των αντίστοιχων κινημάτων.

Παραπομπές
1. Χαράλαμπος Μπαλτάς, Κοινωνικό Φύλο και Αφήγηση.
2. Σαρηγιαννάκη Δέσποινα, Γυναικεία ποίηση στον 20ο αιώνα, η Κική Δημουλά.
3. ό.π.
4. Υπάρχουν υπερβολικά πολλές έρευνες για την ταυτότητα του φύλου, το ρόλο των παιχνιδιών, το ρόλο της τηλεόρασης στα παιδιά κλπ.
5. Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική, επιμ. Αθηνά Αθανασίου, εκδ. Νήσος, Αθήνα 2006.
6. Τζιόβας Δημήτρης, Μετά την αισθητική, Γνώση, Αθήνα 1987,σελ. 151-188
7. Παυλίνα Παμπούδη, Υπάρχει, λοιπόν, γυναικεία ποίηση;, εκδ. Εταιρεία Σπουδών Ν. Πολιτισμού και Γεν. Παιδείας, Αθήνα, σ. 53-56.
8. Ας μη λησμονούμε ότι το φεμινιστικό κίνημα ξεκινά στις αρχές του ΙΘ΄ αιώνα, ενδυναμώνεται ως κίνημα στο Μεσοπόλεμο και κυριαρχεί μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.