Top menu

Γιάννης Λειβαδάς: "Το Σύμπλεγμα Του Λαοκόοντα"

Το Σύμπλεγμα Του Λαοκόοντα - Ένα Πύραμα της Γράφης, Νουβέλα, Γιάννης Λειβαδάς, Εκδόσεις Λογείον, 2012
 

«Το Αλφόνς ήταν ένας πραγματικός λαβύρινθος στενών καναλιών, παραπηγμάτων και χωμάτινων δρόμων γύρω από ένα κέντρο όπου υψώνονταν ψηλά πλούσια σπίτια και δεντροφυτεμένα μέγαρα. Ο χρόνος στο Αλφόνς έμοιαζε με ονειροπόληση.
Σαν ένα πέταλο εκτείνονταν πυρωμένες ακτές που σκιάζονταν ανά διαστήματα από χουρμαδιές. Περπάτησα κάθε σημείο της μικρής πόλης και κατέληξα σ’ ένα πανδοχείο που βρισκόταν ακριβώς πάνω στη συμβολή δύο καναλιών. Έμοιαζε σαν την κορυφή μιας σπονδυλικής στήλης που ακριβώς πίσω του ξεκινούσαν τα καλοδιατηρημένα σπίτια των πλουσίων που ήταν το κεφάλι της περιοχής. Η πόρτα έτριξε πάνω στους τεράστιους ρεζέδες, προχώρησα μέσα και βρέθηκα σε μία αρκετά σκοτεινή αίθουσα. Τα μάτια μου συνήθισαν και γρήγορα άρχισα να ξεχωρίζω ένα θολωτό ταβάνι γεμάτο τοιχογραφίες που παρίσταναν σκηνές της καθημερινής ζωής του νησιού. Πιο πέρα βρισκόταν η σοβατισμένη σκάλα που οδηγούσε στα δωμάτια. Δεξιά προς την θέα του ενός τρίτου της πόλης, μέσα από οκνηρούς καλαμώνες και συστάδες καλλωπιστικών φυτών βρισκόταν το αίθριο όπου συναντιόνταν καθημερινά όλοι οι ναυτικοί και οι περαστικοί ταξιδιώτες που σπάνιζαν σε μέρη όπως αυτά, παρεκτός την εποχή μετά το πέρας των μουσώνων όταν αμέτρητα αλιευτικά συνωστίζονταν σ’ αυτά τα πέλαγα για να κάνουν την τύχη τους με μία καλή ψαριά. Ανάμεσα στα λιγοστά κεφάλια ξεχώρισα αμέσως το χοντροκομμένο και στραβό κεφάλι του Λεόν. Εκείνος σαν να είχε μάτια στην πλάτη γύρισε αργά και με κοίταξε ανέκφραστος, μου έγνεψε. Πλησίασα ψιθυρίζοντας μέσα μου «να βρίσκομαι διαρκώς σε ετοιμότητα». Και όντως βρισκόμουν. Μυστηριωδώς ένιωθα κάπως ατρόμητος. «Σου χρωστάω μια εξήγηση γι’ αυτό που συνέβη» μου είπε, ενώ ταυτόχρονα τράβηξε μια άνετη ψάθινη πολυθρόνα για να καθίσω. Ακούμπησα κάτω τον σάκο μου και κάθισα σχεδόν δίπλα του γνωρίζοντας βαθιά μέσα μου πως θα άκουγα κάτι πραγματικά σημαντικό από το στόμα του. Παραγγείλαμε Pernod. Γεμίσαμε τα ποτήρια. Εκείνος ήταν σκυμμένος στην μια γωνία του τραπεζιού κι εγώ απολάμβανα την αναμονή του ακούσματος των χρυσών λέξεων που θα αποκαθιστούσαν την οδύνη μου και θα με οδηγούσαν στην αποκάλυψη που θα άλλαζε από εκείνη την ώρα την πορεία των αναζητήσεων μου, την πορεία ολόκληρης της ζωής μου. Ή έτσι τουλάχιστον πίστευα.»